Παρασκευή 20 Ιανουαρίου 2012

Η Αραβική Άνοιξη σε χρόνο δεύτερο (άρθρο το οποίο δημοσιεύθηκε στο περιοδικό "Μεταρρύθμιση")

Ο όρος «Μέση Ανατολή» επικράτησε, προκειμένου, να εξυπηρετηθούν ιστορικές ανάγκες  συμφερόντων και πολιτικών σκοπιμοτήτων. Τα γεωπολιτικά-γεωγραφικά όριά της, είναι ασαφή και κατά την διάρκεια ιστορικών περιόδων μεταβαλλόμενα. (π.χ., από το Μαρόκο έως το Αφγανιστάν και από τον Καύκασο έως το Σουδάν). Σε αυτό, συνέβαλε το γεγονός ότι καθ’ όλη την διάρκεια της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, ο γεωπολιτικός διαχωρισμός αφορούσε στην διάκριση μεταξύ Χριστιανικής Δύσεως και τον κόσμο του Ισλάμ, στον οποίο, η προεξάρχουσα δύναμη (Οθωμανική Αυτοκρατορία), κατείχε τα εδάφη αυτά. Η παρακμή και η σμίκρυνση της Οθωμανικής επικράτειας, επέβαλε την ανάγκη γεωγραφικής οριοθέτησης.
Την εποχή του Α΄Π.Π., το Βρετανικό Βασιλικό Ναυτικό (μετά από μακρά διαβούλευση γεωπολιτικών-γεωγράφων, ιστορικών και γραφειοκρατών), προσδιόρισε ως «Μέση Ανατολή», την περιοχή από τον Περσικό Κόλπο έως την Ινδική Χερσόνησο, κατά αντιδιαστολή προς την «Εγγύς Ανατολή»1, η οποία περιλαμβάνει τα Ανατολικά Βαλκάνια, την Ελλάδα την Τουρκία και την  Αίγυπτο.
Έκτοτε, ο στρατηγικός σχεδιασμός, κυρίως, της Βρετανίας και μετέπειτα των Η.Π.Α., μετέθεσε τα Δυτικά όρια της Μ. Ανατολής (Middle East) και περιέλαβε ολόκληρη την Αραβική Χερσόνησο, την Αίγυπτο, την Λιβύη, το Ισραήλ, την Ιορδανία, τον Λίβανο, την Συρία και το Ιράκ2. Ως «Εγγύς Ανατολή» (Near East) κατέληξε, σήμερα να ορίζονται τα Ν.Α. Βαλκάνια, η Ελλάς και η Δυτική Τουρκία.
Όμως  και σήμερα, ο προσδιορισμός των γεωγραφικών ορίων της Μ. Αν/λής, παρουσιάζει διαφοροποιήσεις, ακόμη και μεταξύ υπηρεσιών του ιδίου κράτους, όπως π.χ. αυτές του State Department και του Department of Defense3.

Εξωτερικές παρεμβάσεις: Ευρώπη/Δύση:
Οι παρεμβάσεις4 εκ μέρους των Ευρωπαϊκών δυνάμεων δεν εξέλειπαν ποτέ, ιδιαίτερα κατά τον 18ο και 19ο αι., εντοπιζόμενες επί του ελέγχου στρατηγικών διαδρόμων προς την Άπω Ανατολή και επί εμπορικών συμφερόντων. Με την ανακάλυψη των ενεργειακών αποθεμάτων της Μ.Α., κατέστησαν ιδιαίτερα έντονες, ενώ δεν απεφεύχθη και η ένοπλη στρατιωτική παρουσία. Οι παρεμβάσεις αυτές, χαρακτηρίζουν αντίστοιχες περιόδους.
Για την Δυτική και ειδικότερα την Ευρωπαϊκή Τάξη μία εκ των προτεραιοτήτων οι οποίες ετίθεντο, για την διασφάλιση του διακυβεύματος των πετρελαϊκών πόρων, ήταν η αποτροπή δημιουργίας ρεύματος Παναραβισμού και η συνακόλουθη συγκρότηση περιφερειακής Αραβικής δυνάμεως5. Εκεί απέβλεπε και η συντονισμένη στρατηγική των αποικιακών δυνάμεων να αναπτύσσουν, πολιτιστικώς -μέσω πολιτικής/οικονομικής και πολιτισμικής/ εκπαιδευτικής κυριαρχίας-, τις κατά τόπους παραδοσιακές ηγεμονίες και τις άρχουσες τάξεις, γαιοκτημόνων ή φυλάρχων, έτσι ώστε να ασκούν και μέσω αυτών, τον έλεγχο των μαζών, την δημόσια διοίκηση και του στρατού που ήταν προορισμένος στην τήρηση της τάξεως και στην επικουρία των μητροπολιτικών δυνάμεων σε περίπτωση ευρυτέρας διεθνούς συρράξεως.
Αρχικά, η Ναπολεόντεια εκστρατεία στην Αίγυπτο –πρώτη άμεση στρατιωτική ενέργεια στα εδάφη της Μ.Α.-, χαρακτηρίζει την φάση του εμμέσου επεκτατισμού6. Ο Α΄ Π.Π. και η ταυτόχρονη διάλυση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, δίνουν την ευκαιρία στις Δυνάμεις της ANTAT (ουσιαστικά, της Γαλλίας και Μεγάλης Βρετανίας), να διεκδικήσουν τον έλεγχο  των εδαφών από τα οποία εξεδιώκετο η Υψηλή Πύλη.
Αυτή η αντιπαράθεση και η διαπραγμάτευση για την διαδοχή της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας -γνωστή και ως «Ανατολικό Ζήτημα»-, οριοθετεί την περίοδο της αποικιοκρατικής κυριαρχίας. Στο πλαίσιο αυτής, δίδεται από πλευράς της Κ.Τ.Ε, εντολή διά της οποίας ο έλεγχος του Λιβάνου και Συρίας περιήλθε στην Γαλλία. Η Παλαιστίνη και το Ιράκ τίθενται υπό τον έλεγχο του Ηνωμένου Βασιλείου, ενώ και η Αίγυπτος τίθεται υπό Βρετανικό έλεγχο.
    Ακολούθως, μετά την επικράτηση του Νασσερικού κινήματος, η αλληλουχία γεγονότων στην Αίγυπτο και την Συρία, προκαλεί την Βρετανική επέμβαση στο Σουέζ και δημιουργούνται οι προϋποθέσεις για την επόμενη φάση, αυτή της νέο-αποικιακής κυριαρχίας, η οποία και τυπικά αρχίζει με την λήξη του Β΄ Π.Π., την ίδρυση του Ισραηλινού κράτους και την ανάδειξη του νέου στρατηγικού «παίκτη», των Η.Π.Α.
Αίτια εγκαθιδρύσεως & διατηρήσεως των καθεστώτων
     Η αδυναμία των οικονομιών των Ευρωπαϊκών Αποικιακών Δυνάμεων να συνεχίσουν και μετά τον Β΄ Π.Π., τους προηγούμενους ρυθμούς στην παροχή του  αντισταθμίσματος οικονομικής ανάπτυξης και ευμάρειας των -υπό τον έλεγχο τους-, Αραβικών πληθυσμών οδήγησε στην ανάπτυξη των εθνικών/απελευθερωτικών κινημάτων στις περιοχές της Μ. Ανατολής και το Maghreb7.
Παραλλήλως, η αδυναμία να επιβάλλουν την στρατιωτική καταστολή των κινημάτων αυτών, έδωσε την δυνατότητα ανατροπής της «Τάξης Πραγμάτων» στις χώρες της περιοχής (Ιράκ, Συρία, Λιβύη, Αλγερία κ.λπ.) και λειτούργησε ευνοϊκά στην κατεύθυνση εγκαθίδρυσης καθεστώτων τύπου Sadam Hussein ή Gaddafi. Επίσης, σημαντικά συνέβαλε η ανεπάρκεια  της άρχουσας τάξης στις χώρες αυτές και η ανατροπή των φιλελεύθερων και ανεκτικών στην θρησκευτική διαφορετικότητα elite, και η δημογραφική έκρηξη8 συνέπεια, κυρίως, της βελτιστοποιήσεως των παροχών υγείας, οι οποίες, εμείωναν την βρεφική και παιδική θνησιμότητα και μεγιστοποιούσαν το προσδόκιμο ζωής.
Ώρα Ανατροπής
    Γεγονός είναι ότι οι αυταρχικές-ολοκληρωτικές δομές πολιτικής οργάνωσης στις χώρες αυτές –προφανώς συνέβαλλε η νομαδική αραβική φύσις και η Ισλαμική παράδοση-, επέδειξαν αξιοσημείωτη, ισχυρή αντοχή, ακόμη και μετά την πτώση της ΕΣΣΔ. Εύλογα, διερωτάται κάποιος τι προεκάλεσε την επάλληλη ανατροπή τους στην συγκεκριμένη χρονική στιγμή;
    Εν πολλοίς, είναι βάσιμος ο ισχυρισμός ότι τα αίτια της ανατροπής, αυτών των καθεστώτων ταυτίζονται ή είναι παρόμοιας υφής με τα αίτια τα οποία προεκάλεσαν την γέννησή τους. Ειδικότερα, είναι δυνατόν να κωδικοποιηθούν ως ακολούθως :
1) Η κακέκτυπη αντιγραφή του Σοβιετικού μοντέλου στην οικονομία, συνέπεια της «Αραβικού τύπου» εκδοχής του σοσιαλισμού.
2) Τα εντεινόμενα προβλήματα νομιμοποιήσεως των καθεστώτων και αδυναμία αυτών, να διαχειρισθούν μια στρατιωτική ήττα ή/και την οικονομική παρακμή. Καθεστώτα τύπου  Sadam Hussein στο Ιράκ ή του Muamar Al-Gaddafi στην Λιβύη ή ακόμη και του Hafez Al-Assad στην Συρία, όσο και αν έδειχναν ακλόνητα, εδράζονταν σε σαθρό υπόβαθρο και το ενδιαφέρον εστιάζεται, στην αναζήτηση των αιτιών της μεγάλης διάρκειας τους και στην διαχείριση της πραγματικότητας μετά την πτώση τους. Στηριζόμενα σε μία, «μαρξίζουσα», αντιαποικιοκρατική ρητορεία, επέτυχαν για διάστημα μεγαλύτερο της 40ετίας, να επιβάλουν ένα καθεστώς ολοκληρωτισμού, δίχως κλείδες ελέγχου της εξουσίας και με φυσικό επόμενο την κατάδυση τους στην απόλυτη διαφθορά!
3) Η ανάπτυξη, η οποία, βελτίωσε την ποιότητα ζωής και επέφερε την αστικοποίηση, η βελτίωση στην εκπαίδευση με συνεπαγόμενη την καλλιέργεια και αύξηση προσδοκιών της κοινής γνώμης και κυρίως, της δυνατότητας εκφράσεώς τους.
4) Η εμφατικώς τιθεμένη ατζέντα -από πλευράς των Η.Ε. και του διεθνούς, δρώντος περιβάλλοντος-,  των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και δημοκρατίας.
5) Τα παραδείγματα εκδημοκρατισμού άλλων κρατών. Είναι γεγονός ότι η εικόνα της εκτελέσεως του Sadam Hussein, είχε μεγαλύτερες επιπτώσεις από ότι κάποιος θα αξιολογούσε. Η εκτέλεσή του από τους απόβλητους του παλαιού καθεστώτος, Σιΐτες οπαδούς του Moqtada Al-Sadr, έστειλε το μήνυμα στους υπηκόους, άλλων Αραβικών κρατών,  ότι δηλαδή, οι δυνάστες τους είναι και αυτοί τρωτοί και θνητοί. Επιπροσθέτως, κατέστη σαφές, ότι και η εξουσία, μπορεί να είναι διεκδικούμενη και προσιτή και τούτο το μήνυμα, αποκτά ιδιαίτερη σημασία όταν απευθύνεται σε μία λαότητα όπως οι Άραβες, η οποία ήταν -και  εν πολλοίς είναι-, πειθαρχημένη, λόγω πολιτισμικής-θρησκευτικής παραδόσεως, στην «ηγεσία» (το ίδιο το Κοράνι επιβάλλει την υποταγή στον ηγέτη).  
6) Κατά κοινή ομολογία, ιδιαίτερα σημαντικό, ρόλο έχει η ανάπτυξη της τεχνολογίας και του διαδικτύου
Εάν ανασυνθέσουμε τα γεγονότα της τελευταίας περιόδου, μετά την επέμβαση των συμμαχικών δυνάμεων στο Ιράκ, θα αναγνώσουμε τις προαγγελίες για την όλη, αυτή, προκύψασα κατάσταση.
Η χαμηλή οικονομική ανάπτυξη, σε χώρες, όπως η Αίγυπτος ή η Τυνησία, στις οποίες ο παραγόμενος πλούτος διεμοιράζετο μεταξύ μιας κλειστής ομάδας κοντά στην εξουσία, ενώ, η πλειοψηφία του λαού αντιμετώπιζε ιδιαιτέρως οξυμένα προβλήματα καθημερινής επιβίωσης, σε συνδυασμό με το παντελώς, ανύπαρκτο δημοκρατικό πλαίσιο, τον ολιγαρχικό ή και αυταρχικό χαρακτήρα των καθεστώτων9 όπως της Λιβύης ή της Συρίας, αποτελούσαν την βάση για τις εν δυνάμει ταραχές ή επαναστάσεις. Επίσης, η ύπαρξη μειονοτικών ομάδων, σε υψηλά ποσοστά (σε κάποιες περιπτώσεις, άνω του 30%) π.χ., Ιράκ, Συρία ή η πολυφυλετική σύνθεση των κοινωνιών όπως στην Λιβύη, συνέθεταν ένα εκρηκτικό μείγμα το οποίο αναζητούσε το έναυσμα και ήταν θέμα χρόνου και μόνον η πρόκληση της έκρηξης. Η δυσκαμψία των καθεστώτων αυτών, δεν επέτρεψε την έγκαιρη μεταλλαγή και εκσυγχρονισμό τους, με αποτέλεσμα, ο «θάνατος του εμποράκου» στην Τύνιδα να πυροδοτήσει αλυσίδα εκρήξεων αλλαγών και την πτώση των καθεστώτων.
Διεφθαρμένες κυβερνώσες elite, καχυποψία στις αλλαγές, και προσπάθειες εκσυγχρονισμού, λόγω της κρατούσας αντιλήψεως ότι το ωφέλιμο είναι το επιβεβλημένο, απλουστευτική φύσις αντιλήψεις περί οικουμενικότητας, είναι οι βασικές συνιστώσες του ιδεολογήματος που στήριξε τις εξουσίες αυτές.
Μια ματιά στα στατιστικά δεδομένα των Η.Ε10. συμβάλλει, κατά πολύ, στην εξαγωγή συμπερασμάτων: 
Εσωτερικές-διακοινοτικές συγκρούσεις κατά την περίοδο 1997-2001
Κριτήριο η  οικονομική ανάπτυξη                               Κριτήριο  το επίπεδο δημοκρατίας
Ανεπτυγμένα κράτη 2%                                              Δημοκρατίες 12%
Μέσης ανάπτυξης 30%                                               Ασταθή ή υπό μετάβαση 30%
Λιγότερο ανεπτυγμένα 56%                                       Δικτατορίες & λπ. 46%
    Είναι προφανές, ότι σήμερα, οι χώρες με δημοκρατικά ελλείμματα ή χαμηλή οικονομική ανάπτυξη, εμφανίζουν υψηλές πιθανότητες διακοινοτικών και εσωτερικών συγκρούσεων, ενώ, αυτές οι πιθανότητες, ευρίσκονται σε ευθέως ανάλογη αντιστοίχηση με το έλλειμμα δημοκρατίας και οικονομικής δυσπραγίας.
Χρήσιμο, επίσης, είναι, να συγκρατείται το δεδομένο ότι, ενώ η κοινωνική και πολιτική κατάσταση στην Μέση Ανατολή, δεν χαρακτηρίζεται από σταθερότητα, ουδέποτε υπήρξε στροφή σε διακρατικές αντιπαραθέσεις, παρά και το γεγονός ότι τα σύνορα των περισσοτέρων των χωρών της Μ. Ανατολής, ειδικά των Αραβικών, είναι τεχνητά και κατασκευασμένα από τις Ευρωπαϊκές Δυνάμεις «επί χάρτου»11. Σε αυτό, σημαντικό ρόλο, ίσως, διαδραματίζει η παρουσία του «σατανά» Ισραηλινού Κράτους και η χαίνουσα πληγή του Παλαιστινιακού.
Ασυναρτησία – το παράδειγμα του Ιράκ
    Την βίαιη ανατροπή ενός καθεστώτος, ακολουθεί μια κατάσταση κατά την οποία, τα παλαιά συστήματα καταρρέουν και τα νέα δεν έχουν σχηματισθεί ακόμη και συνεπώς προκαλείται κενό εξουσίας. Αυτό συνεπάγεται απώλεια ελέγχου και διαχειρίσεως της «συνέχειας» και της «αλλαγής», αδυναμία καθορισμού δικαίου και εφαρμογής της δικαιοσύνης, αμηχανία προ των προκλήσεων επιλογών συνεργασίας ή συγκρούσεως.
    Το φαινόμενο αυτό, της πολιτικής «ασυναρτησίας», είναι ιδιαίτερα έντονο στο απελεύθερο Ιράκ, δεδομένου ότι, ενώ το στρατιωτικό  σκέλος της επιχείρησης ήταν άρτιο -τόσον στο επίπεδο σχεδιασμού, όσο και κατά την εκτέλεσή του-, το πολιτικό σκέλος, ήταν παντελώς απροετοίμαστο και εξέλειπε κάθε σοβαρός στρατηγικός σχεδιασμός.
    Δεν υπήρχε καμία ικανή πολιτική παράταξη ή προσωπικότητα που θα ηγείτο της νέας πραγματικότητας με συνέπεια να βεβηλωθεί η έννοια του «κράτους» και να κινδυνέψει η χώρα να μεταφερθεί στην προτεραία νομαδική κατάστασή της, συνεπικουρούντων προς την κατεύθυνση αυτή και των τραγικά αστόχων αποφάσεων και ενεργειών της CPA12 επί διοικήσεως  L. Paul Bremer13, κάτω από τον αδικαιολόγητη σπουδή –σε όρια πανικού-, προσπάθεια από-Μπααθοποιήσεως.
Παρά το ότι, εδώ, η ανατροπή του καθεστώτος δεν επήλθε από εσωτερικές δυνάμεις, αλλά, προέκυψε μετά από διεθνή στρατιωτική παρέμβαση, είναι αναμφισβήτητο ότι η ανατροπή του Sadam και του Ιρακινού Baath, λειτούργησε –όπως προανεφέρθη-, καταλυτικά στην συνείδηση των Αραβικών ή Αραβόφωνων πληθυσμών στην επελθούσα τροχιά ανατροπών και δημοκρατικών διεκδικήσεων. Στην περίπτωση της «Αραβικής άνοιξης», δηλαδή στην ανατροπή -ή την δημόσια αμφισβήτηση, μέσω ευθέων ακόμη και ενόπλων, συγκρούσεων πολιτών και δυνάμεων καταστολής-, των καθεστώτων στις λοιπές Αραβικές ή αραβόφωνες χώρες, η Δύση, έδειξε ότι «έλαβε το μήνυμα» και απέφυγε, επιμελώς, να επαναλάβει σφάλματα, τα οποία κατέδειξε η Ιρακινή εμπειρία.
Επελέγη η οδός της «ενεργητικής» αναμονής και ενισχύσεως των αντιπολιτευόμενων δυνάμεων, η πολιτική απομόνωση των καθεστώτων στην διεθνή σκηνή και μέτρα αποστερήσεως κρισίμων οικονομικών προσόδων τους ή κεφαλαίων. Όπου κρίθηκε αναγκαίο,  η ένοπλη επέμβαση πραγματοποιήθηκε μόνον, μετά από επαναλαμβανόμενες εκκλήσεις των μαχόμενων και περιορίσθηκε στις απολύτως απαραίτητες ενέργειες. Απεφεύχθη η ανάληψη ολοκληρωτικής στρατιωτικής δράσεως, αλλά, κρίθηκε προτιμότερη η ενέργεια μέσω προληπτικών ή υποστηρικτικών πληγμάτων επί στρατηγικών στόχων, υποβοηθώντας τις μαχόμενες, επίγειες αντικαθεστωτικές δυνάμεις.
Δεν είναι εφικτό να ισχυρισθεί, κανείς, ότι η αποκατάσταση της δημοκρατίας στις χώρες αυτές, προσιδιάζει στα δυτικά πρότυπα. Ούτε ότι η δικαιοσύνη επέρχεται αυτομάτως και οι όποιες διακρίσεις παύουν αμέσως.
Είναι ευνόητη η έκρηξη αντιποίνων και συσσωρευμένης οργής, συνέπεια 10ετιών καταπίεσης, είναι φυσικό φαινόμενο η εκτόνωση και η εμφάνιση της πολιτικής «ασυναρτησίας». Η νέο-αναδυομένη δημοκρατία στις χώρες αυτές, μπορεί να χαρακτηρισθεί περισσότερο ως «εκλογική δημοκρατία» παρά ως ουσιαστική, δημοκρατική πολιτεία. Η εμπέδωση των δημοκρατικών θεσμών και η καλλιέργεια δημοκρατικού ήθους και συμπεριφοράς, αποτελεί ζητούμενο, ακόμη και για αρκετές Ευρωπαϊκές κοινωνίες, πολύ περισσότερο ζητούμενο είναι όταν πρόκειται για λαότητες, οι οποίες, στερούνται δημοκρατικής παιδείας και για οι οποίες μόλις άρχισε να γίνεται αισθητή,  στο πρόσωπό τους, η αναγεννητική πνοή του ανέμου ελευθερίας και δημοκρατικής πολιτικής διεργασίας.  
Σε κάθε περίπτωση, είναι προτιμότερη η διέλευση των κοινωνιών αυτών από το στάδιο αυτό, παρά η συνεχιζόμενη παραμονή τους υπό τον ζυγό του ολοκληρωτισμού και της παρανοϊκής εξουσίας γραφικών τυραννίσκων. Το επιχείρημα, ότι «όλα είναι συνωμοσία δυτικών συμφερόντων» δεν αποτελεί δικαιολογία για την διαιώνιση της τυραννίας και καταπίεσης αυτών των εθνών. Η Δημοκρατική Δύση έχει χρέος να σταθεί δίπλα σε αυτούς τους λαούς και να στηρίξει με κάθε μέσο την προσπάθειά τους για πρόοδο και εκδημοκρατισμό.
Αθήνα 28 Σεπτεμβρίου. 2011
                                              λυκούργος Χατζάκος

Δεν υπάρχουν σχόλια: