Πέμπτη 23 Φεβρουαρίου 2012


Κλιμακούμενη  ένταση  στον  Περσικό Κόλπο,  εμπρηστικές  δηλώσεις  από  την  Τεχεράνη
                                                   Πέραν πάσης αμφιβολίας προκαλείται νευρικότητα και ανησυχία από την ένταση στις σχέσεις μεταξύ Ιράν και Δυτικών κρατών. Ανησυχία η οποία επιτείνεται από την προαγγελία για το κλείσιμο των στενών του Χορμούζ από όπου διακινείται το 1/5ο της παγκόσμιας παραγωγής πετρελαίου και περιστολής των εξαγωγών ιρανικού πετρελαίου προς τις χώρες της Δύσης, αρχής γενομένης από την Γερμανία και το Ηνωμένο Βασίλειο. Οι δηλώσεις Ιρανών αξιωματούχων, στις οποίες διακρίνεται αύρα συγκεκαλυμμένης επιθετικότητας και στις οποίες ανιχνεύονται διατυπώσεις εμμέσων απειλών, σχετικά με το τίμημα το οποίο θα κληθεί να καταβάλλει ο δυτικός κόσμος, ως αντιστάθμισμα στις προθέσεις επιβολής αυστηρών κυρώσεων, συντηρούν τις συνθήκες  και κλιμακώνουν την οξύτητα. Ο Διοικητής των Φρουρών της Επανάστασης, -της αιχμής του δόρατος του καθεστώτος της Ισλαμικής Σιϊτικής Δημοκρατίας-, ο οποίος, προέβη προσφάτως σε σχετικές δηλώσεις στα διεθνή ΜΜΕ, δεν είναι τυχαίο πρόσωπο στην ιεραρχία, αλλά σημαντικός παράγοντας σχεδιασμού και εκτέλεσης επιχειρήσεων οι οποίες υποστηρίζουν την πολιτική της κυβέρνησης της Τεχεράνης. Δεν πρέπει να παραβλέπεται το γεγονός ότι οι δυνάμεις των Φρουρών της Επανάστασης, κατά πληροφορίες από Αμερικανικές πηγές, έχουν αναπτύξει δραστηριότητα εντός του Ιρακινού εδάφους, διενεργώντας επιχειρήσεις υπό κάλυψη, καθώς η άνοδος των Σιϊτών στην εξουσία, στο Ιράκ, κατέστησε την χώρα αυτή περιβάλλον φιλικότερο από την περίοδο κυριαρχίας των Σουνιτών Μπααθιστών του Sadam Husein. και για προφανείς λόγους έχει δοθεί η δυνατότητα αναπτύξεως δραστήριων πυρήνων της Aλ Qοds αφού το Ιρανικό βλέμμα ανέκαθεν εστρέφετο προς την Βαγδάτη και αποτελούσε πάντοτε προτεραιότητα των Ιρανικών σχεδιασμών.
Επιπροσθέτως, είναι κοντά στην πραγματικότητα οι ευθείς αναφορές τόσον της Αμερικανικής πλευράς, όσον και άλλων δρώντων στην ευρύτερη περιοχή της Μέσης Ανατολής, περί συνεργασίας Ιρανικών υπηρεσιών με αντίστοιχες της Συρίας, προκειμένου να επιχειρούν στο Ιρακινό έδαφος ή να συμβάλλουν έμμεσα ή άμεσα στην εκτέλεση τρομοκρατικών δράσεων. Είναι ενδεικτική η επιμονή του Ιρακινού Πρωθυπουργού Nuri Al Maliqi κατά το 2009 για συγκρότηση ειδικής Επιτροπής της Διεθνούς Κοινότητας, υπό την ευθύνη των Ηνωμένων Εθνών, για την διερεύνηση του παρασκηνίου των αιματηρών, τρομοκρατικών επιθέσεων στην Βαγδάτη, που είχαν στόχους Κυβερνητικά κτίρια και υπηρεσίες. Υπενθυμίζεται ότι αρχικά ο Ιρακινός Πρωθυπουργός μιλούσε για παραπομπή της Συρίας στο Διεθνές Δικαστήριο εγκλημάτων κατά της ανθρωπότητας.
Η εκδοχή για συνεργασία των δύο χωρών –Ιράν και Συρίας-, προκειμένου να επιτύχουν τους στόχους τους για την περιοχή, ενισχύεται από την ανακάλυψη -ή ευρημάτων μτά από επιθέσεις-, στρατιωτικού εξοπλισμού και πολεμικού υλικού Ιρανικής κατασκευής και προελεύσεως, σε χέρια ενόπλων ομάδων εντός Ιράκ, όχι μόνον Σιϊτικών (π.χ. της ενόπλου πολιτοφυλακής “Mehdi”του Moqtada Al Sadr), γεγονός το οποίος δικαιολογείται και αναμένεται, αλλά και Σουνιτικών ενόπλων ομάδων, κάποιες από τις οποίες εικάζεται ότι βρίσκονται σε συνεργασία με την Al Qaeda. Επίσης, αναλυτές αναφέρουν ότι η συνεργασία αυτή Συρίας και Ιράν, έχει επεκταθεί και σε άλλες χώρες της Μέσης Ανατολής όπως συνέβη πρό έτους περίπου στον Λίβανο όπου δημόσια, καταγγέλθηκε η Συρία για τον εξοπλισμό της …….. του Σιϊτη Nashrallah, με πυραύλους.
Συνυπολογιζομένης της κρίσης την οποία αντιμετωπίζει το καθεστώς του Hafez Al Asad και τις αυξανόμενες πιέσεις της Δυτικής Διπλωματίας, δεν είναι άτοπος ο ισχυρισμός ότι η κλιμάκωση της έντασης από πλευράς Ιράν, συνδέεται άμεσα με την σκοπιμότητα μεταφοράς του κέντρου της προσοχής από τον στενό συνεργάτη του και την αποστολή από πλευράς Δαμασκού και Τεχεράνης μηνύματος , με αποδέκτες προς την Εσπερία.

Πέμπτη 16 Φεβρουαρίου 2012


«Άγγελος , εξάγγελος μας ήρθε από μακριά…» 
δημοσιεύθηκε στο περιοδικό "Μεταρρύθμιση"

Διερωτώμαι και εγώ, όπως όλοι, ποια θα είναι η εξέλιξη των γεγονότων και η εικόνα της χώρας μετά την τρέχουσα περίοδο και την υλοποίηση του PSI ή την ατυχή κατάληξη της όλης προσπάθειας.
Ποικίλες απόψεις εκφράζονται επ’ αυτού και φοβούμαι, ότι κατά το μεγαλύτερο μέρος, αποτελούν αποκύημα επιθυμίας και παράθεση μύχιων πόθων –ευσεβών τε και ασεβών-, είτε κατά μια άλλη εκδοχή είναι προϊόντα αναλύσεων επηρεασμένων από δόγματα και εμμονές και παράγωγα ελλιπούς αξιολόγησης των δεδομένων. Δεν είναι αβάσιμη η εκδοχή πως τα περισσότερα εξ όσων διαμείβονται τα τελευταία δύο χρόνια, προκύπτουν από την συνήθη θυμική αντίδραση, όπου ανασύρονται εθνικοί μύθοι, η «εθνική αξιοπρέπεια» και οι θεωρίες διεθνών συνωμοσιών, προκειμένου να καλυφθούν αστοχίες, ελλείμματα παιδείας, πολιτισμού και η απουσία σοβαρού στρατηγικού σχεδιασμού. Η διάψευση στις προσδοκίες ενός κοινωνικού συνόλου ως συνέπεια μιας κρίσης, όπως αυτή που βιώνουμε -ενός συνόλου που είναι εγκλωβισμένο ακόμη σε αντιλήψεις και συμπεριφορές μεταοθωμανικού τύπου-, οδηγεί στην απώλεια ψυχραιμίας και στον πανικό, δημιουργεί το υπόστρωμα για να στραφούν όλοι εναντίον όλων, αδιακρίτως. Είναι άξιο προσοχής πως ο ελληνικός λαός, ο οποίος πράγματι έχει παρουσιάσει δείγματα γραφής στην υπέρβαση προσωπικών ιδιοτελειών προκειμένου να υπερασπισθεί την Πατρίδα, σήμερα δεν προτίθεται να κάνει αυτό που απαιτείται για την σωτηρία της χώρας από την χρεωκοπία. Δεν είναι όμως ανεξήγητο.
Προφανώς δεν εμπιστεύεται εκείνους που τον υποχρεώνουν άκομψα στην υποβολή επανειλημμένων εκπτώσεων στο επίπεδο διαβίωσης, ενώ, τον διαψεύδουν συνεχώς. Φυσικά και δεν μπορεί να υπάρξει σύγκριση με την Ιταλία, την Ισπανία, την Ιρλανδία ή άλλες κοινωνίες στην Ε.Ε. γιατί καμία από αυτές δεν έχει κοινά χαρακτηριστικά με την ελληνική πραγματικότητα. Στην Ελλάδα, από την οθωμανική φεουδαρχία περάσαμε στην σύγχρονη εποχή, δίχως να δοθεί η δυνατότητα και ο χρόνος να ενσωματωθούν τα ενδιάμεσα στάδια εξέλιξης, όπως συνέβη στον υπόλοιπο δυτικό κόσμο. Την αστική δημοκρατία δεν την κατακτήσαμε, μας ήρθε έτοιμη και αυτό είναι το σημείο το οποίο προσδιορίζει σε σημαντικό βαθμό την διαφοροποίησή μας από τις άλλες δυτικές κοινωνίες.
Πέραν πάσης αμφιβολίας όμως, η κρίση είναι υπαρκτή και αποτέλεσμα της συνέργειας πολλαπλών παραγόντων. Οι γενετήσιες παθογένειες της πολιτικής και οικονομικής δραστηριότητας στην χώρα μας, δεν είναι οι μόνες αιτίες της· προδήλως, συμβολή σε αυτήν έχουν και οι γενικότερες συνθήκες και τα σφάλματα που έγιναν στους χειρισμούς από παράγοντες του διεθνούς ευρωπαϊκού και εσωτερικού περιβάλλοντος. Την φύση και την έκταση των παραμέτρων αυτών, δεν είναι εφικτό να γνωρίζει ο μέσος πολίτης και επομένως, η έλλειψη πληροφοριών επιτρέπει την διατύπωση -και μόνον- πιθανών σεναρίων και σε καμία περίπτωση προβλέψεις, οι οποίες άλλωστε όταν έχουν υπόστρωμα και ανάλυση μη πραγματικά, κακό μπορεί να προκαλέσουν και τίποτε δεν εξυπηρετούν. Με βάση αυτά που είμαι σε θέση να γνωρίζω και να αντιλαμβάνομαι, θα επιχειρήσω να καταγράψω κάποιες σκέψεις και ελπίζω ότι αυτό ίσως έχει κάποια θετική συμβολή στον διάλογο.
Ας δούμε κατ΄ αρχάς το θέμα των «αγορών», τις οποίες την 10ετία του ΄90 αποθεώναμε. Ο καπιταλισμός στην εποχή μας, προκειμένου να αυξήσει τα περιθώρια κέρδους έχει στραφεί σε μη παραγωγικές μεθόδους, με ταυτόχρονη μετακίνηση μονάδων παραγωγής προς τρίτες χώρες –πράγμα το οποίο διευκόλυνε η παγκοσμιοποίηση. Έτσι λοιπόν, τα κέρδη από την παραγωγή στις χώρες αυτές, δεν επενδύονται εκ νέου στον κύκλο της παραγωγικής διαδικασίας, αλλά, κατευθύνονται προς επενδυτικούς οίκους για την δημιουργία συναλλαγών εικονικού χρήματος (π.χ., χρηματιστήριο)· φυσικό επακόλουθο η ευκολότερη και ογκωδέστερη συσσώρευσή του χρήματος, από συγκεκριμένους, ολιγομελείς κύκλους. Πιο απλά, τα κέρδη του επενδυτή από την κατασκευή προϊόντων π.χ., στην Κίνα, γίνονται «found» το οποίο δανείζουν «οι αγορές», σε οργανισμούς, κράτη ή διαθέτουν σε άλλες μη παραγωγικές διαδικασίες. Συνεπώς, η δυνατότητα απασχόλησης στον πρωτογενή και δευτερογενή τομέα στις ανεπτυγμένες χώρες φθίνει και οι εργαζόμενοι απασχολούνται στους άλλους τομείς τρίτου και τέταρτου επιπέδου (υπηρεσίες, logistics κ.λπ.). Προϋπόθεση ευρέσεως εργασίας, σε αυτό το περιβάλλον, είναι προδήλως το υψηλό επίπεδο της εκπαίδευσης και την ευχέρειας προσαρμογής στις νέες ανάγκες, όχι μόνον των εργαζομένων, αλλά και όλου του συστήματος δηλαδή, κράτους, πολιτών, θεσμών κ.λπ.. Είναι προφανές το αδιέξοδο που προκύπτει, και ιδιαίτερα σε μία περίπτωση όπως η ελληνική, της οποίας ο εθνικός προϋπολογισμός καλύπτει «τρύπες» στον ελλειμματικό δημόσιο τομέα ή κατασπαταλιέται σε υπερτιμολογήσεις έργων και υλικών που προμηθεύεται το δημόσιο, στην περίπτωση αυτή προσδίδονται τραγικές διαστάσεις. Δεν αρνούμαι το γεγονός ότι υπήρξαν τραγικές η ολιγωρία και οι αβελτηρίες της κυβερνητικής πλευράς για την περίοδο 2009-2010, αλλά, δεν πρέπει να ξεχνάμε την όλη προηγούμενη καταστροφική οικονομική διαχείριση από ιπτάμενους Γ. Γραμματείς, μεσιτοκαλόγερους και φυσικά την περίπτωση των ομολόγων. Η κυβέρνηση Παπανδρέου, έχει ευθύνες, έκανε σοβαρά και κρίσιμα λάθη, αντέδρασε με καθυστέρηση, πρέπει όμως να διαπιστώσουμε ότι δεν ευθύνεται για την δημοσιονομική και γενικότερα την οικονομική κρίση, παρά τις κάκιστες επιλογές στην διαχείρισή της.
Επόμενο κομβικό σημείο είναι το ζήτημα που αφορά στο ευρωπαϊκό κοινό νόμισμα. Θεωρητικά το νόμισμα, κατοπτρίζει την παραγωγική ισχύ μιας χώρας και στην περίπτωση της Ε.Ε. μιας ευρύτερης γεωπολιτικής ενότητας. Εάν όμως, το νόμισμα είναι η αντιστοίχιση της παραγωγικής δύναμης, τότε ευλόγως κοινό νόμισμα, συνεπάγεται και η ύπαρξη κοινής οικονομικής και αναπτυξιακής πολιτικής, η οποία θα αξιοποιεί και θα εντάσσει σε έναν συνολικό σχεδιασμό τις δυνατότητες που διαθέτουν οι επιμέρους κρατικές οντότητες, τους φυσικούς και άλλους πόρους καθώς και το ανθρώπινο δυναμικό ενώ ταυτόχρονα, θα κατανέμει την παραγωγή επί τη βάσει προγράμματος προσανατολισμένου στην ανάπτυξη εντός του κοινού χώρου. Αυτό δεν συμβαίνει στην Ε.Ε., τουλάχιστον όχι στον παρόντα χρόνο· το σημείο αυτό είναι εκείνο ακριβώς, που εγείρει σοβαρούς προβληματισμούς για το μέλλον της Ένωσης, καθ΄ όσον δεν υπάρχει εκ μέρους της ευρωπαϊκής πολιτικής ηγεσίας καμία νύξη. Θα έπρεπε, τουλάχιστον, να έχουν δημιουργηθεί θεσμοί, όργανα ελέγχου και διαχείρισης παρομοίων κρίσεων ή αξιολόγησης των προτεινομένων σχεδίων αποκατάστασης της δημοσιονομικής τάξεως μεταξύ των Κ-Μ και με ρόλο ουσιαστικό. Αντιθέτως, υπάρχει η ηγεμονική γερμανική παρουσία, ενώ ο άλλος πόλος του άξονα, η Γαλλία, ακολουθεί κατά πόδας ασθμαίνουσα, καθώς είναι σε ευθεία αλληλεξάρτηση με τα γερμανικά κεφάλαια (π.χ., εάν αποσυρθούν οι γερμανικές χρηματοδοτήσεις, προγράμματα αεροδιαστημικής και έρευνας του Aerospatiale, θα οδηγηθούν στον άδοξο τερματισμό τους και όχι μόνον αυτά. Κάτι τέτοιο συνέβη, περίπου, κατά το πρώτο ήμισυ της 10ετίας του ΄90 και ομολογουμένως δεν ήταν καθόλου ευχάριστο για τους Γάλλους). Αν συνυπολογισθεί, ότι η γερμανική πολιτική ελίτ και γενικότερα η αστική τάξη, διαπνέεται από την «προτεσταντική ηθική», κατανοούμε γιατί εκτός των άλλων η προσέγγιση της Γερμανίας εμφανίζεται τόσο τιμωρητική στο ελληνικό ζήτημα. Εκτός των άλλων συμφερόντων και διαπλοκών, η στάση αυτή έχει και φιλοσοφικό- ιδεολογικό υπόβαθρο και διέπεται από την αντίληψη, ότι προκειμένου να επέλθει κάθαρση των «αμαρτιών» προϋποτίθεται η ειλικρινής «μετάνοια» της οποίας ανάλογη πρέπει να είναι η τιμωρία.
Επιπροσθέτως, πρέπει να συνυπολογίσουμε ότι η στάση αυτή, μπορεί να μας ενοχλεί, πλην όμως και παρά τη Πρωσική ωμότητά διατύπωσής της, δεν είναι αδικαιολόγητη· προκαλείται από την απώλεια εμπιστοσύνης των ευρωπαίων εταίρων προς την ελληνική πολιτική ηγεσία και σίγουρα όχι δίχως αφορμές. Και αναρωτιέμαι γιατί αυτό μας ξενίζει. Μήπως εμείς, περιβάλλουμε με μεγαλύτερη εμπιστοσύνη τους πολιτικούς μας και εν γένει την δημόσια διοίκηση; Αντιλαμβάνονται οι «κουτόφραγκοι» ότι δεν είναι δυνατόν οι πολιτικοί μιας χώρας να αποτελούν μια ιδιαίτερη ομάδα απατεώνων οι οποίοι αποπλανούν κατά συρροή και κατ΄ εξακολούθηση, μια κοινωνία και έχουν και αυτοί χάσει κάθε εμπιστοσύνη προς την Ελλάδα. Γιατί τους φαίνεται λιγάκι παράξενο και δεν κατανοούν το δίκαιο στον εκβιασμό βουλευτή ή νομάρχη ώστε να χαρισθούν πρόστιμα από τεκμηριωμένες παραβάσεις· τους είναι δύσκολο να αντιληφθούν πώς αυξάνονται ραγδαία οι ανάγκες προσωπικού ενός ΟΤΑ, σε διάστημα μικρότερο του 6μήνου και από 800 εργαζόμενους να ανεβαίνει ο αριθμός αυτός κατά 50% ενώ, ο πληθυσμός παραμένει ίδιος· δεν μπορούν να κατανοήσουν γιατί ποιους λόγους η λειτουργία των θεσμών και της Διοίκησης απαιτεί «extra» δαπάνες κ.α. Εν τέλει, εφ’ όσον εμείς δεν εμπιστευόμαστε αλλήλους, βάσει ποιάς λογικής απαιτούμε από εκείνους να μας εμπιστευθούν;
Ασφαλώς, αυτό, λαμβάνει δραματικές διαστάσεις, όταν λόγω της παγκόσμιας κρίσης οι ευρωπαϊκές κοινωνίες -όπως είναι φυσικό άλλωστε να συμβαίνει, πλείστα τα ιστορικά παραδείγματα-, συντηρητικοποιούνται και στην πολιτική ηγεσία της Γερμανίας και της Γαλλίας, δεν ευρίσκεται κάποιος πολιτικός με Ευρωπαϊκό όραμα και πρωτογενή παραγωγή πολιτικής σκέψης, αλλά, η Κα Merkel και ο Κος Sharkozy. Βλέπετε, η ανοησία ή/και η αθλιότητα δεν είναι δικά μας αποκλειστικά προνόμια. . .
Στο σημείο αυτό και προτού προχωρήσω στην περεταίρω παράθεση των σκέψεών μου, θέλω να αποσαφηνίσω, σε κάθε τόνο, και να επαναλάβω, ότι δεν δικαιολογείται σε καμία περίπτωση, η αβελτηρία, ολιγωρία στελεχών της Κυβέρνησης Γ. Παπανδρέου για την σημερινή πραγματικότητα. Καμία επιείκεια για τον Υπουργό Οικονομικών που διακήρυττε, πριν την προσφυγή στο IMF, ότι η ελληνική οικονομία είναι «Τιτανικός» και μετά, κάθε εβδομάδα «έσωζε» την χώρα και δεσμευόταν για την μη αναγκαιότητα νέων μέτρων αλλά διέψευδε εαυτόν σε λιγότερο από 48 ώρες και που αποδέχθηκε άκριτα το σχέδιο μιας ανεξέλεγκτης τρόϊκα, με απόδοση που αμφισβητείται, πλέον, ανοικτά από ευρωπαϊκούς και διεθνείς κύκλους, καθώς δύο χρόνια υφιστάμεθα θυσίες που δεν οδηγούν πουθενά. Καμία επιείκεια για τον Υπουργό Ανάπτυξης, ο οποίος ομολόγησε ότι ήταν «αμελής και αδιάβαστος» και πέρασε το μάθημα «Μνημόνιο» με σκονάκι! Καμία επιείκεια για τους «πολιτικούς λιμοκοντόρους» που παρέλασαν όλο το διάστημα της 2ετίας και που την πολιτική την γνώρισαν σε δοκιμαστικό σωλήνα. Καμία επιείκεια για τον επικεφαλής που τους επέβαλλε και απαξίωσε την θεσμικότητα του κόμματος που τον πίστεψε, τον στήριξε με κάθε δύναμή και το έφερε στα όρια της ευτέλειας! Καμία επιείκεια για μια πολιτική τάξη που ακόμη και σήμερα παρουσιάζεται δέσμια των ιδιοτελειών, αδυνατεί να σταθεί στο ύψος των περιστάσεων, εξαπολύει φραστικά πυροτεχνήματα για «ανάπτυξη» ή «στήριξη της πραγματικής οικονομίας», αλλά ποτέ και από κανέναν δεν ακούγεται ένα απτό σχέδιο που θα περιλαμβάνει στόχους, περιγραφή των μέσων και περιγραφή πράξεων και θα καταλήγει στον τρόπο δημιουργίας 1.000.000 θέσεων εργασίας που έχει ανάγκη η χώρα για την επόμενη 10ετία».
Σταματώ όμως εδώ την κριτική μου για το θέμα της Κυβέρνησης Παπανδρέου και του πολιτικού συστήματος, γιατί αυτό δεν είναι του παρόντος. Η κριτική οφείλει να είναι ουσιαστική, σκληρή, αλλά δίκαιη και αυτό προϋποθέτει πληροφορία και ψύχραιμο νου.
Η σημασία των προεκτεθέντων θα μειωνόταν τουλάχιστον όσον αφορά στον βραχύ χρονικό ορίζοντα, εάν η ελληνική περίπτωση δεν ήταν άκρως ιδιαίτερη. Εάν δηλαδή, η ελληνική οικονομία είχε υγιές υπόστρωμα και τον ελάχιστο αναπτυξιακό προσανατολισμό. Αυτό δεν συμβαίνει. Πρώτα από όλα, έχουμε ευθύνη για το ποιους επιλέγαμε ως εκλογείς και φυσικά, με ποια κριτήρια. Επιλέγαμε όσους μας χάϊδευαν τα αυτιά, όσους μας κολάκευαν και όσους μας εντυπωσίαζαν. Πρώτο λοιπόν βήμα εξόδου από την κρίση, πρέπει είναι η ανατροπή αυτής της αντίληψης. Επόμενο σημείο είναι η ωριμότητά μας και η διάθεσή μας να δούμε ποια είναι πραγματικά η χώρα μας σήμερα. Είναι εκείνη η χώρα, στην οποία το 65% του πληθυσμού ζει στα στενά όρια του Λεκανοπεδίου· είναι η χώρα εκείνη που όλοι οι πολιτικοί ηγέτες έχουν στην ημερήσια διάταξη την «ανάπτυξη» αλλά κανείς δεν μιλάει για το πώς θα πραγματοποιηθεί, είναι τέλος εκείνη η χώρα, η οποία στήριξε την ανάπτυξη στην οικοδομή και ανέδειξε ως πρότυπο επαγγελματικής αποκατάστασης το δημόσιο, στο οποίο «βρέξει - χιονίσει, θα πέφτει ο μισθός». Είναι η χώρα που οι πολίτες της ως «λαός» θίγεται όταν οι ξένοι την «προσβάλλουν», αλλά κατά μόνας, δεν διστάζουν να κλέβουν το σύνολο αποκρύπτοντας έσοδα, να καταπατούν ξεδιάντροπα δημόσιες εκτάσεις -δεν έχει πλάκα το γεγονός ότι τα σύμβολα της καταπάτησης είναι η Σημαία, η Εκκλησία και η Ελιά; Ποια παραγωγική δραστηριότητα με προοπτική αναπτυξιακή υπάρχει σήμερα;
Απαίτηση της ανάγκης επίσης, είναι και η δημιουργία πραγματικού ιδιωτικού τομέα επιχειρηματικής δραστηριότητας και όχι του μορφώματος που υπάρχει μέχρι σήμερα. Αλήθεια, έχουμε αναλογισθεί πόσο καθοριστική είναι η συμβολή περιστολής των δαπανών του Δημοσίου (είτε ως έργα είτε ως προμήθειες), στην οικονομική ζωή; Γιατί άραγε;
Εν πάση περιπτώσει, έχω την εκτίμηση ότι καμία θετική διέξοδος δεν θα υπάρξει εάν δεν πάρουμε αποφάσεις αλλαγής αντιλήψεων, αλλαγή της θεώρησης μας απέναντι στα κοινά και την θέσπιση των κριτηρίων αξιολόγησης των πολιτικών μας επιλογών, σε όλο το φάσμα της δημόσιας ζωής· από την επιλογή πολιτικού σχηματισμού, συμβούλου στο διαμέρισμα μέχρι και πρωθυπουργού. Να προσπαθήσουμε η βάση επιλογών μας να ασχολείται με το τι ακριβώς λέει κάποιος και όχι «ποιανού είναι» ή αν μας εξυπηρετεί ή αν έγινε κολλητός μας κερνώντας στις πλατείες ή γιατί εξυπηρετεί τα στιγμιαία μικρο-συμφέροντά μας. Είναι πέραν κάθε αμφιβολίας, ορθή η άποψη πως οι κοινωνίες, οι λαοί επιλέγουν τους πολιτικούς ηγέτες τους κατ’ εικόνα και ομοίωση! Τους άλλους, εκείνους που λένε πράγματα που δεν βολεύουν, απλώς, τους απορρίπτουν . . .
Δεν αναγνωρίζω κανένα πρακτικό και ουσιαστικό αποτέλεσμα στην μονότονη γκρίνια και την μίζερη διαμαρτυρία. Η πραγματικότητα είναι αυτή και η πρόκληση είναι στα δικά μας χέρια. Να διεκδικήσουμε την θέση μας στην ευρωπαϊκή και παγκόσμια κοινότητα, με επιχείρημα αυτά που δημιουργούμε εμείς και όχι όσα κάποιοι άφησαν παρακαταθήκη πριν χιλιάδες χρόνια.

Αθήνα 12 Φεβρουαρίου 2012

λυκούργος Χατζάκος