Δευτέρα 2 Σεπτεμβρίου 2013

Περιφερειακές εξελίξεις στην περιοχή της Ν.Α Μεσογείου Αίγυπτος-Συρία-ΔΗμοσιεύθηκε στο περιοδικό "Μεταρρύθμιση" 31/08/2013













Τις τελευταίες δύο 10ετίες, η παγκόσμια κοινότητα γίνεται μάρτυρας σαρωτικών αλλαγών. Μεταβολές συνόρων και αλλαγές καθεστώτων που θεωρούσαμε παγιωμένα, είναι από τα χαρακτηριστικά της νέας εποχής. Η κατάρρευση της ΕΣΣΔ και του υπαρκτού σοσιαλισμού στην πρώην Ανατολική Ευρώπη, δημιούργησε ευνοϊκές συνθήκες για την είσοδο χωρών με αυταρχικά καθεστώτα σε τροχιά εκδημοκρατισμού, αν όχι με την υποκίνηση, τουλάχιστον με τις ευλογίες των δυνάμεων του Δυτικού κόσμου, μιας και η κρατούσα άποψη στην Δύση υποστηρίζει ότι μία χώρα με δημοκρατικό πολίτευμα, έχει πιο θετική στάση και διαχειρίζεται τις εξωτερικές υποθέσεις της σε βάση συνεργασίας και συνεννόησης και επομένως, συμπεριφέρεται με μεγαλύτερη αξιοπιστία και σταθερότητα ως παράγων του διεθνούς συστήματος.
Πρέπει όμως να σημειωθεί ότι σε πολλές περιπτώσεις, ειδικά εκεί όπου οι αλλαγές υπήρξαν αποτέλεσμα βίαιης δράσης, η πράξη των διαδόχων κυβερνήσεων, δεν διέφερε από εκείνη των προηγουμένων. Η διακυβέρνηση που ακολούθησε μετά την πτώση του καθεστώτος π.χ., στην Αλβανία, στην Βοσνία, Ουκρανία Γεωργία κ.λπ., δεν είχε σε καμία περίπτωση κοινές δομές και θεσμικές λειτουργίες με τις φιλελεύθερες δυτικές δημοκρατίες. Η έλλειψη Συνταγματικής Δημοκρατικής παιδείας και εμπειρίας Κοινοβουλευτισμού, οδηγεί αναποφεύκτως στην δημιουργία πολιτικών μορφωμάτων, παρομοίων με την προηγούμενη κατάσταση, επιβεβαρυμένων, όμως και με το στοιχείο του ρεβανσισμού. Τελικά, αποτελεί αντικειμενική διαπίστωση το γεγονός ότι η βίαιη μεταβολή σε χώρες με παραδόσεις αυταρχικής ή ολοκληρωτικής διακυβέρνησης παράγει συνήθως καθεστώτα δυσλειτουργικά και ανελεύθερα.
Αν η παραπάνω διαπίστωση ισχύει για περιοχές του Ευρωπαϊκού χώρου, στον Αραβικό κόσμο, με δεδομένη την φυλετική-πατριαρχική κοινωνική δομή, τις ισχυρές παραδόσεις και κυρίως την επιρροή του πολιτικού Ισλάμ –το οποίο είναι και το δομικό στοιχείο του Αραβικού Έθνους-, προφανώς τα προβλήματα μετάβασης ήταν κατά πολύ μεγεθυμένα.
Η Αραβική Άνοιξη -παρά την «ποιητική» πρόθεση των εισηγητών του όρου -Άνοιξη στην Μ. Ανατολή σημαίνει εποχή με ισχυρούς ανέμους, σφοδρές αμμοθύελλες, έναρξη των υψηλών θερμοκρασιών κ.λπ.-, επήλθε ως φυσική συνέπεια πολυετούς καταπίεσης των πληθυσμών και με την επικουρία ευνοϊκών συνθηκών στο παγκόσμιο περιβάλλον, κατέστη δυνατή η ανατροπή των αυταρχικών καθεστώτων στις χώρες του Maghreb (Τυνησία, Λιβύη, Αίγυπτο) και πυροδότησε σειρά εξεγέρσεων σε άλλες Αραβικές της Μ. Ανατολής (Συρία, Μπαχρέϊν κ.ά.), όπου όμως τα καθεστώτα εκεί επιδεικνύουν αντοχές.
Η σκοτεινή, αυτή, πλευρά της Αραβικής Άνοιξης συνοδεύεται από την ταυτόχρονη ισχυροποίηση φανατικών ισλαμικών ομάδων και τη ανάπτυξη αντι-δυτικών αισθημάτων στους κόλπους των Αραβικών κρατών, παρά το γεγονός ότι το εν λόγω, κίνημα αλλαγών υποστηρίχθηκε από το σύνολο του Δυτικού κόσμου. Αυτό είναι ένα ακόμη, σημείο στο οποίο πρέπει να απασχολήσει την Δυτική –και δη την Αμερικανική-, πολιτική, προκειμένου να πραγματοποιηθούν οι αναγκαίες προσαρμογές στον σχεδιασμό της.
Η κατανόηση της φύσης των εξελίξεων στην Αίγυπτο, απαιτεί αφ’ ενός, την συνεκτίμηση των δεδομένων από ολόκληρο τον Αραβικό κόσμο –μιας και όπως προανεφέρθη, η επήρεια του Ισλάμ, ως δομικού στοιχείου του Αραβικού Έθνους, είναι καθοριστική και δημιουργεί κοινά και αλληλέγγυα αιτήματα- και αφ’ ετέρου πρέπει, πάντοτε, να λαμβάνεται υπ’ όψιν η διαδρομή της πολιτειακής συγκρότησης των χωρών αυτών. Δεν πρέπει να λησμονείται ότι τελούσαν υπό αποικιοκρατικό καθεστώς μέχρι και την 10ετία του ’60, ενώ, οι περισσότερες, από αυτές στην Μέση Ανατολή, είναι τεχνητά κατασκευασμένες, τα σύνορά τους χαράχθηκαν «επί χάρτου» από τις Δυνάμεις κατά τον Α’ και Β’ ΠΠ και βρέθηκαν να περιλαμβάνουν εντός τους ένα ψηφιδωτό εθνοτήτων, θρησκευτικών μειονοτικών ομάδων κ.λπ., το οποίο μετά την λήξη της αποικιοκρατίας, ανέλαβαν να διαχειρισθούν με «σιδηρά πυγμή» αυταρχικά καθεστώτα.
Στα αρχικά στάδια της μετάβασης από την αποικιοκρατία στην ανεξαρτησία, προέκυψαν ηγεσίες φιλικά προσκείμενες στις απικιακές δυνάμεις (π.χ. βασιλιάς Faruk στην Αίγυπτο, Idris στην Λιβύη κ.λπ.) στις περισσότερες περιπτώσεις (ειδικά στις χώρες με υψηλή γεωπολιτική και γεωστρατηγική σημασία, όπως το Ιράκ, η Λιβύη, η Αίγυπτος, η Συρία), η φιλο-αποικιοκρατική εξουσία, απομακρύνθηκε με επαναστάσεις, των οποίων ο βασικός πυρήνας ήταν στρατιωτικοί. Αυτό, οδήγησε στην εγκαθίδρυση καθεστώτων απολυταρχικού χαρακτήρα (π.χ., Kadafi, Sadam Husein). Η προηγούμενη, δυτικής παιδείας, αστική τάξη εξέλειπε και η νέα διαπαιδαγωγήθηκε σε ένα πολιτικό περιβάλλον νεποτισμού και δεσποτικό. Ανάλογη υπήρξε και η διαπαιδαγώγηση της κοινωνίας. Σε κάθε περίπτωση, γεγονός είναι ότι ο στρατός διατηρούσε τον ρόλο του εγγυητή των επαναστατικών κεκτημένων, ακόμη και όταν δεν υπήρχε στο προσκήνιο ως άμεσος φορέας εξουσίας,  και απολάμβανε της αποδοχής του λαού.
Υπό το πρίσμα της ανωτέρω θεωρήσεως, οι πρόσφατες αιματηρές ταραχές στην Αίγυπτο, πρέπει να αξιολογηθούν ως τμήμα των συνολικών μεταβολών στην ΝΑ Μεσόγειο. Η έναρξη των διαπραγματεύσεων μεταξύ Ισραηλινών και Παλαιστινίων, είναι κομβικό σημείο. Άλλωστε, το Παλαιστινιακό ζήτημα είναι καθοριστικό και από την έκβασή του ή μάλλον από το κατά περιόδους status στην Παλαιστίνη, εξαρτάται ευθέως ανάλογα η ένταση στις σχέσεις με την Δύση και την διαμόρφωση του κλίματος σε ολόκληρο τον Αραβικό κόσμο. Η Αίγυπτος είναι στρατηγικός «παίκτης» στην ευρύτερη περιοχή και διαδραματίζει σημαντικό ρόλο στην εξέλιξη των διαπραγματεύσεων.
Μια προϋπόθεση για την επάνοδο των Ισραηλινών στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων ήταν οι εγγυήσεις και η διαπίστωση ουσιαστικών ενεργειών για την ασφάλεια του Ισραήλ από επιθέσεις τρομοκρατικών ή γενικότερα ενόπλων ομάδων, οι οποίες δεν πειθαρχούν στην Παλαιστινιακή Αρχή.
Από καιρό ο Αιγυπτιακός Στρατός και οι δυνάμεις ασφαλείας, επιχειρούν κατά τέτοιων ομάδων που βρίσκουν καταφύγιο στην περιοχή του Σινά και ειδικότερα στην Rafaah, την παραμεθόριο δηλαδή περιοχή με την λωρίδα της Γάζας, (περιοχή υπό τον έλεγχο της Hamas, ενώ, προσφάτως έγιναν και ανατινάξεις σε τεχνητές υπόγειες στοές (tunnels), που χρησιμοποιούντο ως δίαυλοι επικοινωνίας με την Παλαιστινιακή περιοχή, μετά την απόφαση του Καΐρου για κλείσιμο των συνόρων με την Γάζα.
Από την άλλη πλευρά, η Hamas, είχε καλλιεργήσει κλίμα συνεννόησης και συνεργασίας με τους Αδελφούς Μουσουλμάνους και την Κυβέρνηση Morsi, καθώς η νέα της στρατηγική συνιστά την κλιμακουμένη απομάκρυνσή της από την άμεση επιρροή της Τεχεράνης. Επομένως, ήταν αναμενόμενη η αντίδραση της στρατιωτικής ηγεσίας, καθώς δεν θα ήταν διατεθειμένη να θέσει επ’ αμφιβόλω την εξέλιξη ενός τόσο κρισίμου ζητήματος προκειμένου να ικανοποιηθούν οι θρησκευτικές εμμονές των ισλαμιστών, τα αντι-Ισραηλινά και αντι-δυτικά αισθήματα των φανατικών της Μουσουλμανικής Αδελφότητας και των λοιπών Σαλαφιστών στην Αίγυπτο. Οι προστριβές για την επιχειρησιακή δραστηριότητα στο Σινά και της όλης πολιτικής έναντι της υπόθεσης των διαπραγματεύσεων και των σχέσεων με το Ισραήλ (η Κυβέρνηση Morsi είχε υποβαθμίσει πλήρως το επίπεδο των αντιπροσωπειών στις συνομιλίες και ουσιαστικά τις είχε τερματίσει), επέφεραν την αντίδραση των Στρατηγών του Καΐρου, οι οποίοι προφανώς, συνεκτίμησαν δεδομένα, σοβαρά λαβόντες υπ’ όψιν και τις Ισραηλινές αντοχές στην διαμορφούμενη κατάσταση στο Σινά και την Λωρίδα της Γάζης.
Επιπροσθέτως, πρέπει εδώ να υπομνησθεί, ότι ο Mubarak απομακρύνθηκε με πρωτοβουλία του Στρατού, ο οποίος αρνήθηκε να βάλει κατά των διαδηλωτών στην πλατεία Tahrir κατά την εξέγερση εναντίον του προηγούμενου καθεστώτος και ρητά η στρατιωτική ηγεσία διετύπωσε την διατήρηση των δικαιωμάτων της, ως εγγυητής αυτής της μετάβασης. Ακόμη, είναι γεγονός ότι η πρακτική των Ισλαμικών  ομάδων, όταν λαμβάνουν κινηματικό χαρακτήρα, συνεπάγεται την εγωπαθή φανατική τους προσπάθεια επιβολής των κοινωνικών και πολιτικών τους θέσεων, είτε μέσα από την χρήση των κρατικών μηχανισμών, όταν ασκούν εξουσία είτε με την τρομοκρατική δράση. Οι Αδελφοί Μουσουλμάνοι στην Αίγυπτο ήθελαν να συμπεριλαμβάνονται στην νέα εποχή που σηματοδότησε η πτώση Mubarak, αλλά, όταν αισθάνθηκαν ισχυροί στην εξουσία –της οποίας την ανάληψη εκβίασαν-, συμπεριφέρθηκαν με τον αναμενόμενο, τυπικό τρόπο για ένα ισλαμικό φορέα αυτού του τύπου.
Προφανώς επίσης, ο στρατός διέκρινε τους κινδύνους που εγκυμονεί η συνεχιζόμενη κρίση στην Συρία και η οποία δείχνει να επεκτείνεται και στον γειτονικό Λίβανο, που η εμφάνιση της βίας μεταξύ Σιϊτών και Σουνιτών προκαλεί ανησυχία σε ολόκληρη την περιοχή, ενώ η βίαιη αντιπαράθεση μεταξύ των οπαδών των δύο αυτών μουσουλμανικών δογμάτων συνεχίζεται στο γειτονικό Ιράκ, υποδαυλιζόμενη πιθανότατα και από την Τεχεράνη στην οποία, η ανάληψη της Πρωθυπουργίας από τον μετριοπαθή …. ελπίζεται ότι θα βελτιώσει την κατάσταση.
Στο σημείο αυτό, πρέπει να γίνει αναφορά και στον ρόλο της Τουρκίας του κ. Erdogan. Παρά τα εσωτερικά προβλήματα που σκιάζουν το ειδύλλιο του Τούρκου ηγέτη με τους πολίτες (οι διαδηλωτές στην πλατεία Taksim δεν πρέπει να θεωρούνται εξ ολοκλήρου «πράκτορες» των στρατηγών της Αγκύρας), η Τουρκία παραμένει στρατηγικός παράγοντας στην όλη περιοχή. Από ότι φαίνεται, ο Τούρκος Πρωθυπουργός, απαντά στα προβλήματα και τις δυσκολίες στην ανάπτυξη του νέο-οθωμανικού του οράματος, με στροφή στην θρησκεία. Διευκολύνεται και από το επεισόδιο Mavi Marmara και παρά την έκφραση συγνώμης των Ισραηλινών, συνεχίζει να παριστά τον «θιγμένο» και να εξαργυρώνει το θέμα στις Τουρκο-Αραβικές επαφές του. Στο όλο σκηνικό πρέπει να συνυπολογίζεται και ο χαρακτήρας του Τούρκου ηγέτη, ο οποίος δεν αφίσταται των θυμικών αντιδράσεων, ειδικά όταν θεωρεί ότι προκαλείται.
Σε μια περίοδο μεταβολών και κρίσης, η Μέση Ανατολή παριστά μια γεωπολιτική ενότητα, στην οποία οι κινήσεις ενός εκάστου των «παικτών» και τα διαδραματιζόμενα σε κάθε χώρα, ασκούν επιρροή στο σύνολο των περιφερειακών εξελίξεων στην λεκάνη της Νοτιοανατολικής Μεσογείου.
Τέλος, οι γεωπολιτικές και γεωστρατηγικές επιδιώξεις των ισχυρών παραγόντων του διεθνούς συστήματος (Η.Π.Α., Ρωσία, Ε.Ε. κ.λπ.), διαπλέκονται, συγκρούονται και μεταβάλλονται διαρκώς, ακόμη και σε χρόνους 24ώρου.
Αυτό αναδεικνύει και η περίπτωση της Συρίας, στην οποία ένας αιματηρός εμφύλιος σοβεί για διάστημα που προσεγγίζει τα 2 έτη και η ανάληψη ειρηνευτικών πρωτοβουλιών από την Διεθνή Κοινότητα εμφανίζεται δυσχερής. Φυσικά, στην συγκεκριμένη περίπτωση, από κακές πρωτοβουλίες ή πρωτοβουλίες αμφιβόλου αποτελέσματος, είναι προτιμότερη η έλλειψή τους. Απ’ ότι μπορούμε να διακρίνουμε όμως μετά και την αποστολή ερευνητών των Η.Ε. για την χρήση ή μη, χημικών όπλων από πλευράς καθεστώτος Assad παρουσιάζεται μια κινητικότητα στην κατεύθυνση αυτή. Παρά τις ενστάσεις του Ρωσικού και Σινικού παράγοντα,  οι Η.Π.Α. δια των δηλώσεων του Αμερικανού Προέδρου εμφανίζονται να επιθυμούν μια τέτοια επιλογή. Εντύπωση, βέβαια, προκαλεί η αδράνεια της Ε.Ε. και η εγκατάλειψη των πρωτοβουλιών στις ΗΠΑ και για μια ακόμη φορά, αν και από τις περιφερειακές εξελίξεις στην περιοχή, αναδύονται άμεσα ζητήματα που αφορούν στην Ευρωπαϊκή ασφάλεια και άμυνα. Προβάλλει επομένως, για μια ακόμη φορά, η ανάγκη δημιουργίας συνεκτικής Ευρωπαϊκής εξωτερικής πολιτικής και μεθόδευση καλύτερου συντονισμού ασφαλείας. Αυτά οφείλουν οι ηγεσίες της ΕΕ να τα λάβουν πολύ σοβαρά υπ’ όψιν πριν αποφασίσουν την παροχή υποστηρίξεως σε ένοπλες επεμβάσεις στην περιοχή. Αν και έχω την αίσθηση, ότι καόμη και αυτός, ο Αμερικανός Πρόεδρος δεν είναι απολύτως πεπεισμένος για την χρησιμότητα ή και την αναγκαιότητα μιας πολεμικής ενέργειας –τουλάχιστον όχι, όπως αυτές στο Αφγανιστάν και Ιράκ.

Στην σύνθεση όλων αυτών των δεδομένων, δεν πρέπει να παραλείπεται η συνεκτίμηση των Ρωσικών βλέψεων. Η Μόσχα διατηρεί από μακρόν, στενές σχέσεις με το καθεστώς της Δαμασκού. Δεν θα αποτελούσε υπερβολή, ο ισχυρισμός ότι η Συρία αποτελούσε τον στενότερο σύμμαχο της ΕΣΣΔ, στην οποία είχε παραχωρηθεί και ναυτική βάση, σχέση η οποία μεταβιβάστηκε στην Ρωσία, μετά την πτώση του σοβιετικού καθεστώτος. Ακόμη, το τοπίο έρχεται να περιπλέξει και η Ιρανική εμπλοκή, διότι μπορεί η Τεχεράνη προς στιγμήν να τηρεί μετριοπαθή στάση και να διατηρεί χαμηλούς τόνους, μιας και ακόμη δεν έχουμε γίνει μάρτυρες εκτοξεύσεως φραστικών πυροτεχνημάτων από την Τεχεράνη, όπως συνήθιζε σε παρόμοιες περιπτώσεις, όμως, δεν πρέπει να παροράται το γεγονός ότι η Αλλαουϊτική κάστα εξουσίας της Συρίας, είναι Σιϊτικής προελεύσεως και επομένως, οι δίαυλοι επικοινωνίας μεταξύ των δύο χωρών είναι ανοικτοί και η θέση της Συρίας, εξυπηρετεί απολύτως τους σχεδιασμούς της Ιρανικής ηγεσίας, για την υλοποίηση των στοχεύσεών για την ενίσχυση της περιφερειακής παρουσίας του Ιράν στην Μέση Ανατολή και στην υπογείως –κατά κύριο λόγο-, σοβούσα αντιπαράθεση της Σιϊτικής Τεχεράνης με τα Σουνιτικά καθεστώτα του Κόλπου αλλά και τον ανταγωνισμό της με το νέο-Οθωμανικό όραμα της Αγκύρας.
Εξ όλου συνειρμού και δεδομένων, η χώρα μας, ειδικότερα στην σημερινή δύσκολη συγκυρία της, οφείλει να αποφύγει άμεση εμπλοκή, τουλάχιστον, όσο της επιτρέπουν τα περιθώρια των δεσμεύσεων και υποχρεώσεων που απορρέουν από την συμμετοχή της στους διεθνείς οργανισμούς. Οπωσδήποτε, οφείλει η Ελληνική ηγεσία να προβεί σε επιλογές που θα είναι συμβατές με το διεθνές δίκαιο και θα στηρίζουν πράξεις, που θα έχουν την αδιαμφισβήτητη διεθνή νομιμοποίηση, θα είναι συμβατές με τις αρχές και αξίες του πολιτισμού και που φυσικά θα διασφαλίζουν στο ελάχιστο τα προσδοκώμενα αποτελέσματα. Ιδιαιτέρως, πρέπει να υπάρχουν εκ των προτέρων προετοιμασία  και απαντήσεις για την κατάσταση πολιτικής ασυναρτησίας που ακολουθεί τέτοιες παρεμβάσεις και μεταβολές,
Σε κάθε περίπτωση, άτακτες φωνασκίες ένθεν κακείθεν, υπέρ της μιας ή της άλλης επιλογής δεν βοηθούν. Οι αποφάσεις για κρίσιμα και σύνθετα ζητήματα, πρέπει να λαμβάνονται με ακριβείς υπολογισμούς του όλου φάσματος δεδομένων, των στρατηγικών μας επιδιώξεων και επί βάσεως πραγματικών δυνατοτήτων της χώρας, με ψύχραιμη και νηφάλια κρίση.

Παρασκευή 2 Αυγούστου 2013

Πρώτα συμπεράσματα από τις εκλογές στην Αλβανία

Πρώτα συμπεράσματα από τις εκλογές στην Αλβανία, του Λυκούργου Χατζάκου, δημοσιεύθηκε στο περιοδικό «Μεταρρύθμιση».

Vlorё, 29η Ιουνίου 2013



Η συντριπτική νίκη του Σοσιαλιστικού Κόμματος της Αλβανίας (Partia Sosialistё e Shqipёrisё - PSSH) με το εντυπωσιακό ποσοστό 58% και η ανάδειξη του Edi Rama στην ηγεσία της γειτονικής χώρας, αναμφιβόλως, αποτελεί εξέλιξη με ιδιαίτερη βαρύτητα για ολόκληρη την Βαλκανική, ενώ, δημιουργεί αισιοδοξία και εύφορο έδαφος για θετική προοπτική στις διμερείς Ελληνο-Αλβανικές σχέσεις.

Πέραν του γεγονότος ότι ο Rama διατηρεί στενές φιλικές σχέσεις με πολιτικούς ηγέτες στην Αθήνα και στο Ευρωπαϊκό περιβάλλον, σημαντική απόδειξη για την ευρύτητα αντίληψής του, έχει ιδιαίτερο βάρος η σημασία που απέδωσε στην Αλβανική διασπορά που διαβιεί στην Ελλάδα και Ιταλία· γεγονός που εκ των πραγμάτων περιορίζει καθοριστικά –αν δεν αποκλείει ολοσχερώς- την εσωστρέφεια και την φοβικότητα και δημιουργεί διαύλους επικοινωνίας με τα γειτονικά κράτη και τον Ευρωπαϊκό χώρο.
Η τελευταία περίοδος διακυβέρνησης της Αλβανίας από τον S. Berisha και το Δημοκρατικό Κόμμα(Partia Demokratike-PD), παρά τις πρώτες ενδείξεις ορθολογικής και σοβαρής πολιτικής συμπεριφοράς, σε σχέση με εκείνη της μεταπολίτευσης το 1991 καθώς και κάποια θετικά σημεία στην Βαλκανική πολιτική του (συμφωνία για απόδοση διπλής υπηκοότητας στου Έλληνες μειονοτικούς, ΑΟΖ κ.λπ.), δεν υπήρξε εν τέλει αποδοτική στο σύνολό της· παράλληλα, η πολιτική μεταρρυθμίσεων και ανασυγκρότησης δεν απέδωσε ούτε το ελάχιστο, αφού, η ανεργία γιγαντώθηκε, η οικονομία της χώρας καμία πρόοδο δεν σημείωσε και η θεσμικότητα κακοποιήθηκε· προς το τέλος δε, ο Κος Berisha, δεν απέφυγε την καταφυγή στην ευκολία του εθνικιστικού αλυτρωτισμού, στρεφόμενος εναντίον της Ελλάδος για το θέμα της Τσαμουριάς και της FYROM για το ζήτημα της Αλβανόφωνης μειονότητας στο Τέτοβο και φυσικά επιλέγοντας την διγλωσσία για το ζήτημα του Κοσσυφοπεδίου. Άλλωστε, δεν είναι τυχαίο το γεγονός ότι το κόμμα της Τσάμικης εθνικότητας Partia Drejtesi Integrim Unitet-PDIU (Κόμμα για την Δικαιοσύνη – Ένταξη – Ενότητα) συνετάχθη με το Δημοκρατικό Κόμμα (PD)του Μπερίσα στις εκλογές και εξέλεξε τέσσερεις βουλευτές.
Ο Edi Rama, νέος σε ηλικία –μόλις 51 ετών-, ηγέτης του PSSH διαθέτει ευρύ πεδίο σκέψης, Ευρωπαϊκή παιδεία και το 1990 υπήρξε στέλεχος των φοιτητικών κινητοποιήσεων, οι οποίες απετέλεσαν το έναυσμα των κινητοποιήσεων και είχαν καταλυτικό ρόλο στην ανατροπή του ολοκληρωτικού καθεστώτος της Αλβανίας.
Είναι προσανατολισμένος με απόλυτη συνέπεια, στον σοσιαλιστικό ιδεολογικό χώρο και εκείνον, του Ευρωπαϊκού δημοκρατικού σοσιαλισμού. Η κλίση του και οι σπουδές του γύρω από τις Καλές Τέχνες (είναι ζωγράφος, απόφοιτος της Σχολής Καλών Τεχνών των Τιράνων και διέμεινε επί μακρόν στην Γαλλία), αποτελούν επιπρόσθετα εφόδια αισθητικής και συνεπώς προσθέτουν στην ύπαρξη ευρείας πολιτικής σκέψης και πρακτικής, σημείο που επιβεβαιώνει η θητεία του ως Δήμαρχος Τιράνων, όπου έδωσε δείγματα γραφής στην διαχείριση και την αναβάθμιση της αισθητικής στην πόλη.
Ανέλαβε την ηγεσία του PSSH κατά το έτος 2005, μετά από μεγάλης εκτάσεως εκλογική ήττα των σοσιαλιστών. Επεκράτησε των αμφισβητήσεων από την παλιά φρουρά και στην διάρκεια, παρά την πολεμική που δέχθηκε από εσωκομματικούς κύκλους, κυριάρχησε και καθιερώθηκε στην ηγεσία του Σοσιαλιστικού Κόμματος, βρίσκοντας την κατάλληλη χημεία μεταξύ των παλαιών, έμπειρων και δοκιμασμένων στελεχών και νέων, ικανών πολιτικών, απηλλαγμένων από τις «αμαρτίες» και τα βάρη του παρελθόντος.
Παρά τις ήττες που υπέστη στις εκλογικές αναμετρήσεις το 2009 για τις εθνικές εκλογές και στις δημοτικές το 2012 -το αποτέλεσμα και των δύο αμφισβητήθηκε έντονα και η Κυβέρνηση Μπερίσα δέχθηκε πολλές επικρίσεις, ακόμη και από διεθνείς παράγοντες για νοθεία, πέτυχε να οδηγήσει το Σοσιαλιστικό Κόμμα στην σημερινή εντυπωσιακή νίκη.
Το σύνθημά του “Rilidje” («Αναγέννηση»), αποτελεί ευθεία αναφορά στην ιστορική κίνηση της Αλβανικής Εθνικής Αναγέννησης (Rilidje Kombёtar), η οποία ήταν καθοριστική για την συγκρότηση του Αλβανικού Κράτους και δίδει το μήνυμα για την ανάγκη αναγέννησης και εξέλιξης της Αλβανίας σήμερα, καθώς ο πρώτος κύκλος της μεταπολίτευσης στην χώρα έχει ολοκληρωθεί. Το μήνυμα αυτό, απολύτως όμως, προσαρμοσμένο στις νέες συνθήκες του παγκόσμιου περιβάλλοντος, ενισχύει και ο συμβολισμός της επιλογής του να είναι υποψήφιος βουλευτής στην Αυλώνα (Vlorё), ενώ την απόστασή του από τις εθνικιστικές ανοησίες οριοθετεί η υποψηφιότητα –και τελικά η εκλογή-, στην ίδια πόλη του Προέδρου του ΚΕΑΔ (Κόμμα - Ένωση για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα, το οποίο εκφράζει πολιτικά την Ελληνική Εθνική μειονότητα), Κου Βαγγέλη Ντούλε.
Πέραν των όποιων συμβολισμών, δεν πρέπει να παροράται η ουσία της συμπαρατάξεως του Ελληνικού στοιχείου της Αλβανίας με τον Edi Rama και το PSSH, σε αντιδιαστολή με την τσάμικη επιλογή για υποστήριξη του Berisha και του PD· να σημειωθεί εδώ ότι ένας διασπαστικός πολιτικός σχηματισμός Ελληνικής προέλευσης το «MEGA», του οποίου στέλεχος και υπουργός της Κυβέρνησης Μπερίσα ενεπλάκη με σύμβουλό του-μέλος της Χ.Α., σε οικονομικά σκάνδαλα, συνέπλευσε με το PD και φυσικά καταποντίστηκε. 
Οπωσδήποτε, ο Edi Rama και η Κυβέρνησή του θα βρεθούν αντιμέτωποι με σύνθετα και πολλά προβλήματα και θα πρέπει να διανύσουν έναν εξαιρετικά δύσβατο, κακοτράχαλο δρόμο ανασύνταξης της οικονομίας και της διοίκησης, καθώς η Αλβανία είναι μια χώρα που μαστίζεται από την ανεργία, την μηδενική σχεδόν παραγωγική διαδικασία και που τα έσοδα των κατοίκων της στο μεγαλύτερο ποσοστό προέρχονται από τα εμβάσματα των μεταναστών και τις λίγες επενδύσεις ξένων εταιρειών, η δε βασική οικονομική κινητικότητα, αφορά στην οικοδομική δραστηριότητα.
Παράλληλα, η απαιτούμενη αποκατάσταση της θεσμικότητας και της αξιοκρατίας, ο περιορισμός της αυθαιρεσίας του Κράτους και της διαφθοράς στην δημόσια διοίκηση -τομείς που απέχουν μακράν από κάθε άλλο παράδειγμα-, προβάλλει ως μία εργώδης προσπάθεια, στην οποία εμφιλοχωρεί πλειάδα κινδύνων και συγκρούσεων με κατεστημένα συμφέροντα που επιθυμούν την εφέλκυση της χώρας σε καταστάσεις παρελθόντος, προσφάτου ή μη.
Σε κάθε περίπτωση, το αποτέλεσμα των εκλογών αυτών, αποτελεί σημαντικό βήμα για την ουσιαστική είσοδο της Αλβανίας στην Ευρωπαϊκή και την εν γένει Δυτική, Δημοκρατική οικογένεια και καταγράφει σαφέστατα την πρόθεση των πολιτών για κοινωνική και πολιτική εξέλιξη προς αυτές τις κατευθύνσεις, γεγονός που τονίζεται από την παταγώδη αποτυχία του ακροδεξιού εθνικιστικού κινήματος “Kuq e Zi” («Μαύρο και Κόκκινο» από τα εθνικά χρώματα της Αλβανίας), να συγκεντρώσει ποσοστό μεγαλύτερο του 0,3%. Θεωρώ ότι η Αλβανική κοινωνία απήντησε στις προκλήσεις των καιρών με σύνεση και ψυχραιμία, αποστρέφοντας το βλέμμα από την εσωστρεφή και αδιέξοδη εθνικιστική μιζέρια.
Τέλος, είναι σημαντικό να υπογραμμισθεί ότι τόσον η εκλογική διαδικασία, όσο και η γρήγορη ανακοίνωση των τελικών αποτελεσμάτων (στην Αλβανία δεν υπάρχει μετάδοση αποτελεσμάτων μέσω πληροφορικών συστημάτων) ήταν από τις πλέον αξιόπιστες και αδιάβλητες για τα δεδομένα της χώρας, ενώ αισιόδοξο μήνυμα εκπέμπει και η σοβαρότητα των δηλώσεων αποδοχής της ήττας από τον απερχόμενο Πρωθυπουργό Μπερίσα, μήνυμα που εμπεριέχει μεταξύ άλλων την θετική εικόνα αλλαγής των κοινοβουλευτικών ηθών.
Ευχή όλων, στον νέο αυτό κύκλο που ανοίγει η Αλβανία, είναι η επιτυχία της Κυβέρνησης Rama που σύμφωνα με το Σύνταγμα της χώρας, αναλαμβάνει τα καθήκοντά της από τον προσεχή Σεπτέμβριο.

Λυκούργος Χατζάκος 

ΚΟΡΥΔΑΛΛΟΣ 1974-2013: Δημοτικά δρώμενα από την μεταπολίτευση μέχρι σήμερα. Συνοπτική επισκόπηση



Εισαγωγικά
Εντός του προσεχούς έτους, πρόκειται να διενεργηθούν οι εκλογές για την αυτοδιοίκηση. Η ιδιαίτερη σημασία τους είναι πρόδηλη, μιας και αφ’ ενός, είναι οι πρώτες εκλογές για την ανάδειξη τοπικών αρχών, μετά από την εφαρμογή του σχεδίου Καλλικράτης και αφ’ ετέρου, μέλλει να διεξαχθούν σε μια περίοδο που το πολιτικό σκηνικό, κάθε άλλο παρά το σύνηθες είναι καθώς η οικονομική κρίση συνεχίζει να προκαλεί επάλληλους κραδασμούς στο πολιτικό σύστημα.
Οι πολίτες θα κληθούν, να αποτιμήσουν και την ανταπόκριση των εν ενεργεία δημάρχων στις προκλήσεις του νέου διοικητικού συστήματος, αλλά και να αξιολογήσουν την συνολική παρουσία των υποψηφίων και των προτεινόμενων, δράσεων για την αντιμετώπιση των σκληρών συνθηκών που συνθέτουν σήμερα την καθημερινότητά μας. Σήμερα, ένα επιπλέον κριτήριο οφείλει να είναι ο βαθμός συνδρομής των επιλογών των δημοτικών αρχών και η αποτελεσματικότητά τους,  στην εθνική προσπάθεια διευθετήσεως των δημοσιονομικών στην πορεία προς την έξοδο από την κρίση και η αξιοποίηση αναπτυξιακών δυνατοτήτων. Η Αυτοδιοίκηση παρά την βραδύτητα που εμφανίζεται στον εκσυγχρονισμό της και την υστέρηση στην σύγκλιση με την Ευρωπαϊκή αντίστοιχη πρακτική, δεν παύει ως σημαντικό πεδίο της δημόσιας ζωής, να επηρεάζει και να κατοπτρίζει το γενικότερο πολιτικό σκηνικό· τα εκάστοτε αποτελέσματα των εκλογών για την αυτοδιοίκηση σκιαγραφούν το γενικότερο πολιτικό κλίμα. Επιπροσθέτως, δίχως αμφιβολία, οι ΟΤΑ είναι κομμάτι του πολιτικού συστήματος με βαρύνοντα ρόλο στην διαμόρφωση της γενικής κατάστασης· ιδιαιτέρως, από το σημείο -πλέον της 10ετίας-, κατά το οποίο οι δήμαρχοι είναι σχεδόν, οι μόνοι πολιτικοί παράγοντες που διατήρησαν την δυνατότητα να προσλαμβάνουν ή να «συμβασιοδοτούν» κ.λπ.
Δεδομένου του ανωτέρω πλαισίου, στο παρόν κείμενο εστιάζω στον Δήμο Κορυδαλλού, επιχειρώντας μια συνοπτική αποτύπωση της μεταπολιτευτικής διαδρομής της πόλης, των τοπικών πολιτικών σχηματισμών και καταθέτω την προσωπική μου άποψη περί των Δημοτικών Αρχών, σε μια απόπειρα να σκιαγραφήσω την εξέλιξη και τις επιπτώσεις από την άσκηση της δημοτικής εξουσίας και των γεγονότων έτσι, όπως τα βίωσα μέσα από την συμμετοχή μου στα κοινά της πόλης. Είναι άλλωστε η γενέτειρά μου, την οποία και εγώ είχα την τιμή να υπηρετήσω ως αιρετός (Δημοτικός Σύμβουλος & Αντιπρόεδρος του Πνευματικού Κέντρου), στην πλέον δημιουργική περίοδό[1], κατά την οποία ούτε οι πιστώσεις ούτε οι αρμοδιότητες, συγκρίνονταν με  εκείνες που δόθηκαν στις μετέπειτα αυτοδιοικητικές αρχές· από μία άλλη οπτική, αποτελεί χαρακτηριστική περίπτωση μέσου Δήμου στο Λεκανοπέδιο, ο οποίος έχει αναπτυξιακή δυνατότητα, αλλά, κάθε Δημοτική Αρχή προκειμένης της εκλογής ή της επανεκλογής της, αρκείται στην ευκολία των χειραψιών και φιλικών χτυπημάτων στην πλάτη, της προσέγγισης διοικήσεων εθνικό-τοπικών συλλόγων, αθλητικών σωματείων και φυσικά (!) των προσδοκιών που καλλιεργούν οι προσλήψεις, συμβάσεις και κάθε είδους … συμπαραστάσεις ή στην πεπατημένη της επικοινωνιακής ανοησίας δαπανηρών και άνευ αντικρίσματος εκδηλώσεων, των οποίων κύριος σκοπός είναι οι δημόσιες σχέσεις.
Από μιας αρχής, πρέπει να συγκρατείται, ότι ο Κορυδαλλός διαφέρει ως προς τα χαρακτηριστικά του πληθυσμού από τις γύρω περιοχές, καθώς δεν είναι η τυπική εργατική συνοικία, όπως η Κοκκινιά ή η Δραπετσώνα, αλλά μια πόλη με μεσο/μικροαστικά χαρακτηριστικά, αφού και οι πρώτοι οικισμοί συγκροτήθηκαν από ναυτικούς και εμπόρους, ενώ, η έλευση των προσφύγων από την Μ. Ασία –γεγονός που επέδρασε καταλυτικά στην μεταβολή της ταξικής δομής των τοπικών κοινωνιών και γενικότερα της χώρας-, δεν επηρέασε σημαντικά τον Κορυδαλλό μιας και ο αριθμός του πληθυσμού που εγκατεστάθη στην πόλη ήταν πολύ μικρός. Στην πλειοψηφία τους, οι πολίτες προσανατολίζονται σε προοδευτική κατεύθυνση, με εμπεδωμένη δημοκρατική αντίληψη.
Σε μία περίοδο κρίσεως και αδιεξόδων, εξ αιτίας πολιτικών επιλογών κατά τα προηγούμενα έτη, χρήσιμο είναι να δώσουμε λίγο χρόνο σε μια σύντομη, αλλά περιεκτική, επισκόπηση των μέχρι σήμερα διοικήσεων και των πεπραγμένων τους, ώστε να αξιοποιήσουμε στο μέγιστο την εμπειρία του παρελθόντος, εν όψει των επερχομένων εκλογών για την Αυτοδιοίκηση.

·                   Μεταπολίτευση
Στις πρώτες, μετά την μεταπολίτευση εκλογές του 1974, o διωχθείς από την δικτατορία και προερχόμενος από την αριστερά (ΚΚΕ εσ.), δήμαρχος Γιάννης Φθενάκης επανεκλέγεται  με την υποστήριξη και του ΠΑΣΟΚ και λήγει η δοτή θητεία Καρίγιαννη.
Στην συνέχεια, την 4ετία 1978-1982, ήρθε στην εξουσία η διοίκηση του Δημήτρη Μαλαγαρδή. Ενός συνεπούς λαϊκού αγωνιστή, ενός κομμουνιστή δημάρχου. Παρά τις αγκυλώσεις τις αναχρονιστικές αντιλήψεις και την κατά περιπτώσεις άκαμπτη στάση του -προϊόντα της πολυετούς εξορίας και κυνηγητών, που σε περιπτώσεις υπερέβαιναν και εκείνες, τις αναμενόμενες από τον φορέα της παραδοσιακής αριστεράς που υπεστήριζε τον συνδυασμό του («Δημοκρατική Ενότητα»)-, οφείλουμε να τονίσουμε, πως επρόκειτο για έναν απολύτως έντιμο, ηθικό και ακέραιο χαρακτήρα και αντίστοιχη ήταν η περίοδος της Δημαρχίας του.
Ήταν η εποχή των κινητοποιήσεων για το κέντρο λυμάτων (χαβούζα) στο γειτονικό Κερατσίνι, την αποκομιδή των απορριμμάτων, τα 88 στρέμματα. Τα σημεία συνάντησης ήταν η Ερμίνα, το Les Ami, το Coronado, το Alluete. H μόδα περιελάμβανε στρατιωτικά jackets, τα γυμνασιακά μας βιβλία τα πηγαινοφέρναμε σε στρατιωτικά σακίδια, μούσια, μαλλιά και φοιτητές-“στρουκτούρια” τα ινδάλματα της αρχόμενης εφηβείας μας. Πλατεία Μέμου, παλιό νεκροταφείο και Γηροκομείο οι αλάνες που φιλοξένησαν τα γδαρμένα μας γόνατα και τις φαντασιώσεις μας να γίνουμε Δεληκάρης, Τριαντάφυλλος, Κελεσίδης. Συζητήσεις πολιτικές, περί θεάτρου, τέχνης κ.ά, μέχρι πρωίας στο Alluete, πάντα διανθισμένες με και με ολίγον από Θρύλο, ο κυρ-Αλέκος να φέρνει μακαρονάδες, φραπεδάκια και την περίφημη σοκολατίνα-λαγουδάκι. 
Ο Δημήτρης Μαλαγαρδής υπήρξε ο τυπικός αριστερός, ψημένος από την εξορία και τους σκληρούς λαϊκούς αγώνες. Υπηρέτησε με συνέπεια και αφοσίωση τον πολιτικό του χώρο και ακολούθησε ένα κλειστό μοντέλο διοίκησης, συμβατό με την αντίληψη του πολιτικού φορέα που υπεστήριζε (ΚΚΕ) την εποχή εκείνη. Θυμόμαστε τις διακηρύξεις περί των προθέσεών του για τις καφετέριες –που θεωρούσε κέντρα μικροαστικής διαφθοράς-, την σκληρή και σχεδόν άκαμπτη στάση του απέναντι σε ιδεολογικούς αντιπάλους, ή σε παρεκκλίσεις από την κομματική ορθοδοξία, αλλά, ταυτόχρονα και την δίκαιη κρίση του. Στα αρνητικά επίσης, είναι και η ακαμψία του στην αξιοποίηση του θεσμού των Συνοικιακών Συμβουλίων, αντιμετώπιση όμως που ήταν εναρμονισμένη με την τακτική του ΚΚΕ το οποίο περιέβαλλε με καχυποψία και αρνητισμό κάθε θεσμικό εκσυγχρονισμό. Εν κατακλείδι, παρά τα όποια ελλείμματα ή διαφορετικές απόψεις διατηρώ, θεωρώ ότι ο απολογισμός της θητείας του, δεδομένων των συνθηκών, ήταν θετικός.
·                   Οι πρώτες εκλογές στα χρόνια της «Αλλαγής».
Στις εθνικές εκλογές τον Οκτώβρη του 1981 το ΠΑΣΟΚ αποσπά το εντυπωσιακό 48%. Οι αγώνες «δικαιώνονται», οι ηττημένοι του εμφυλίου και η παραγκωνισμένη Β’ Πειραιά βρίσκουν την θέση τους στην κεντρική πολιτική σκηνή. Στην περιοχή, η Π. Ράλλη και η Γ. Λαμπράκη αποκτούσαν αποχετευτικό δίκτυο (θυμόμαστε τις πλημύρες το 1978 και τους ανθρώπους που χάσαμε …), η Νίκαια εγκαινίαζε τις νέες εργατικές πολυκατοικίες. Δημοκρατικές μεταρρυθμίσεις στο Κράτος, η Μελίνα Υπουργός Πολιτισμού, «ακόμη καλύτερες μέρες» βρίσκονταν μπροστά μας. Μαθητικές παρατάξεις, πολιτικοποίηση παντού, εκλογές με μεγάφωνα και μουσικές, «κόντρες» με συνθήματα, έντονα συναισθήματα και πάθος.
Το κλίμα που δημιούργησε η άνοδος του ΠΑΣΟΚ στην εξουσία, καλλιέργησε στην τοπική βάση του, την πεποίθηση ότι είχε έλθει η ώρα αλλαγής και στην διοίκηση του Δήμου εφ’ όσον, οι δημοτικές εκλογές διενεργήθηκαν τον Οκτώβριο του 1982, έναν χρόνο μετά τον εκλογικό θρίαμβο του 48%.  Τότε άνοιξε το «Capitsinos» και για μακρό χρονικό διάστημα έγινε το κέντρο συνάντησης ΠΑΣΟΚων όλης της περιφέρειας. Εκεί είχα την πρώτη συνάντηση με τον υποψήφιο δήμαρχο για το ΠΑΣΟΚ, τον γιατρό Περικλή Βελιούρη, ο οποίος είχε αναπτύξει δράση με την κλαδική οργάνωση υγείας, αλλά δεν είχε, μέχρι τότε, ενεργοποιηθεί στα τοπικά πράγματα.
Η προσπάθεια του Περικλή Βελιούρη, ο οποίος στηριζόταν από το ΠΑΣΟΚ και ΚΚΕ εσ., δεν καρποφόρησε, διότι εσωτερικά προβλήματα του τοπικού ΠΑΣΟΚ, υπονόμευσαν και απέτρεψαν την εκλογή του στον 2ο γύρο* για κάτι λιγότερο από 20 ψήφους. Η εκλογική αυτή μάχη, άφησε πολλά τραύματα στο ΠΑΣΟΚ του Κορυδαλλού. Αιτία ήταν οι διαβεβαιώσεις που παρείχε αφειδώς ο κεντρικός μηχανισμός προς την τοπική οργάνωση, περί απονομής του χρίσματος στον Γραμματέα της Τ.Ο. και δημοτικό σύμβουλο Γιώργο Χερουβείμ (ο οποίος αποτελούσε την απόλυτη επιλογή-πρόταση των οργανώσεων για την υποψηφιότητα), υποψηφιότητα που ανετράπη και μετά από παρεμβάσεις βουλευτών, με μια ανεπαρκώς αιτιολογημένη πολιτικά απόφαση, επεβλήθη η υποψηφιότητα του Κου Βελιούρη. Αυτό, προεκάλεσε την οργή των τοπικών στελεχών, με αποτέλεσμα να υπάρξει έντονη αντίδραση και διαρροή ψήφων προς τον συνδυασμό του Δ. Μαλαγαρδή, είτε ανοικτά είτε «υπογείως» με παρασκηνιακές συμφωνίες και αφανή υποστήριξη.
Σε κάθε περίπτωση, το τίμημα κατέβαλε το ΠΑΣΟΚ του Κορυδαλλού, με διχασμό και αποχώρηση από τις τάξεις του, νέων ανθρώπων, πολιτικά και ιδεολογικά συγκροτημένων. Η τραγική ειρωνεία είναι, πως η στιγμή εκείνη ήταν μοναδική ευκαιρία για μια καθαρή νίκη του υποψηφίου που θα προερχόταν από την κεντροαριστερά, θα έσπαγε την κυριαρχία του τόξου Κερατσινίου-Νίκαιας-Κορυδαλλού-Δραπετσώνας. Είναι αναγκαίο να συγκρατείται ότι η Β’ Πειραιά, περιλαμβάνει τον συμπαγή πυρήνα των δυνάμεων της κεντροαριστεράς/αριστεράς και απόδειξη τούτου, ότι και στις ταραγμένες ημέρες μας ο Πρόεδρος της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης την Νίκαια επέλεξε προκειμένου να προβάλει ένα συμβολικό μήνυμα, μετέχοντας σε εκδήλωση για την επέτειο της 3ης Σεπτέμβρη. Ίσως, να είχαν δρομολογηθεί οι εξελίξεις διαφορετικά.

·                   Μεσούσης αλλαγής, στο ίδιο έργο θεατές…
Οι δημοτικές εκλογές του 1986 ήταν η ευκαιρία του συστήματος υποστηρικτών του Π. Βελιούρη για την revenge. Ο υποψήφιος που επελέγη από το ΠΑΣΟΚ, ο συνδικαλιστής Γιάννης Παιδακάκης, κλήθηκε να αντιμετωπίσει τον εν ενεργεία δήμαρχο, την αρχομένη κυβερνητική φθορά του ΠΑΣΟΚ (μέσο της β’ 4ετίας) και την έναρξη φορτίσεως του γενικού πολιτικού κλίματος. Επιπρόσθετο πλήγμα στην εκλογική μάχη δέχθηκε από την δημιουργία συνδυασμού προερχόμενου κυρίως, από τις τάξεις του μη εντεταγμένου, τοπικού δυναμικού του κόμματος –με την διασταλτική ερμηνεία της έννοιας «κοινωνικό ΠΑΣΟΚ»- και παρά την εμβέλεια που είχε ως προσωπικότητα, λόγω των νωπών στην μνήμη αγώνων του (τότε, αυτά, μετρούσαν) στο σωματείο της ΠΙΤΣΟΣ, όχι μόνον δεν εξελέγη δήμαρχος, αλλά, για μόνη φορά, ο υποστηριζόμενος από το ΠΑΣΟΚ συνδυασμός δεν κατάφερε να περάσει στον δεύτερο γύρο. Σίγουρα, ήταν μια άδικη κατάληξη και για τον Παιδακάκη, προσωπικά. Ο ίδιος, μάλλον μηδενική παρουσία είχε μετά τις δημοτικές εκλογές και το βάρος της εκπροσώπησης της παράταξης ανέλαβε ο Θ. Πούτος. Ήταν η εποχή που η πλατεία Μέμου έπαιρνε τα σκήπτρα, Κούκος και Νεφέλη τα νεανικά στέκια, Alegro για πολιτικοποιημένους και Aramis – Συμπληγάδες παρέμεναν all time classics σημεία συνάντησης.
Τελικά το σύνθημα «ο Κορυδαλλός έχει Δήμαρχο» επιβεβαιώθηκε και ο Δ. Μαλαγαρδής για μια ακόμη φορά κατηφόρισε προς το Δημοτικό μέγαρο ως νικητής των εκλογών. Δεν ολοκλήρωσε την 4ετία καθώς απεβίωσε στην μέση της θητείας του και αντικατεστάθη από τον Νίκο Θεμελή. Στον συνδυασμό αυτό («Δημοκρατική Ενότητα»), πρώτη φορά, συνέπραττε η ανανεωτική αριστερά με το ΚΚΕ εσ. και την ΕΑΡ του Λεωνίδα Κύρκου ως τοπική απεικόνιση της γενικότερης ρήξης της κοινωνικής συμμαχίας του ΠΑΣΟΚ με το «μπλόκ των δημοκρατικών δυνάμεων». Η κίνηση Θεμελή να αξιοποιήσει ως Αντιδήμαρχο Πολιτισμού, την Μαρία Μάνου, στέλεχος της ΕΑΡ με μακρά αγωνιστική παράδοση και θητεία στα δημοτικά του Κορυδαλλού, είχε ως αποτέλεσμα την έκρηξη στον τομέα των πολιτιστικών και της δημιουργίας δομών παρέμβασης για τους νέους του Δήμου.
Η Κινηματογραφική Λέσχη Κορυδαλλού, ήταν από τις σημαντικότερες συλλογικές δράσεις (150-200 θεατές σε κάθε προβολή), ενδεχομένως και για όλο το Λεκανοπέδιο. Οι Κώστας Γασπαρινάτος και Αχιλλέας Σίμος ήσαν η ψυχή, οι κινητήριοι τροχοί αυτής της ομάδας. Τότε έγινε η αγορά του cine-Victor, στον χώρο όπου σήμερα είναι ο «Παράδεισος, στου οποίου τα εγκαίνια παρέστη και ο δημιουργός της ταινίας (“Nuovo Cinema Paradiso” η οποία απεδόθη στα ελληνικά ως «Σινεμά ο Παράδεισος”), ο Ιταλός σκηνοθέτης Giuseppe Tornatore, διενεργήθη ο δημόσιος αρχιτεκτονικός διαγωνισμός για το Πνευματικό Κέντρο του Δήμου στην Καρυταίνης και Γ. Λαμπράκη. Ξεκίνησε την λειτουργία της η Μουσική Σχολή στο ιδιόκτητο κτίριο της Πελοποννήσου, προγράμματα προσφοράς μειωμένου εισιτηρίου για θεατρικές παραστάσεις κ.ά. Το στέκι Νεολαίας του Δήμου συγκέντρωνε νέους που εκτός από φθηνό καφέ, είχαν και την δυνατότητα να συζητήσουν, να βρεθούν, να κάνουν μουσική, θέατρο, σκάκι, ραδιόφωνο ή ό,τι άλλο, σε έναν αυτό-διαχειριζόμενο χώρο και με αμέριστη στήριξη των δράσεών του.
Όλα, αυτά και αρκετές ακόμη δράσεις, λειτούργησαν ως αντιστάθμισμα και απάντησαν κατάλληλα και αποτελεσματικά σε σειρά δημοσιευμάτων της εποχήςσχετικά με τις «πλατείες» και την εγκληματικότητα στον Κορυδαλλό.

·                   Ενιαία κάθοδος της «Δημοκρατικής Παράταξης», σε μια προσπάθεια υπερβάσεως των γεγονότων του 1989.
Μεσολάβησαν οι εξελίξεις του 1989 και το 1990 οι δημοτικές εκλογές βρήκαν τις αντιπολιτευόμενες στην Κυβέρνηση Μητσοτάκη δυνάμεις υπό ενιαίο ψηφοδέλτιο. ΠΑΣΟΚ και ΣΥΝΑΣΠΙΣΜΟΣ* επιχειρούσαν να αποκαταστήσουν τα τραύματα της προηγουμένης περιόδου και βρέθηκαν σε κοινά ψηφοδέλτια στις δημοτικές εκλογές. Το ψηφοδέλτιο του Νίκου Θεμελή απέσπασε ποσοστό περίπου 70% και ανέδειξε είκοσι δύο (22) δημοτικούς συμβούλους, εκ των οποίων, μόλις οι 5 ανήκαν στον πολιτικό χώρο του ΣΥΝΑΣΠΙΣΜΟΥ, οι 17 προέρχονταν από το ΠΑΣΟΚ.
        Η περίοδος αυτή, αξίζει εκτενέστερο σχολιασμό διότι αφ’ ενός, η εξέλιξη των γεγονότων και του παρασκηνίου, καθόρισαν την μετέπειτα κατάσταση, μέχρι και σήμερα και αφ’ ετέρου, θεωρώ ότι ήταν η πλέον παραγωγική από πλευράς δημοτικού έργου.
Από τα πρώτα βήματά της, η συνεργασία που επιχειρήθηκε, εμφανίστηκε προβληματική και στην συνέχεια δύσβατη και αδύνατη. Τούτο, κατ’ αρχάς γιατί η ανάμνηση των γεγονότων του 1989 ήταν πρόσφατη. Παρά την πειθαρχία που επέδειξαν οι τοπικοί κομματικοί μηχανισμοί στην επιλογή των κεντρικών οργάνων ΠΑΣΟΚ και ΣΥΝΑΣΠΙΣΜΟΥ περί συνεργασίας, δεν ήταν εύκολο να αρθεί η προκατάληψη και η αντιπαλότητα, πολύ περισσότερο, εκεί, όπου η «γειτονιά» προσδίδει στην πόλωση και στις αντιπαραθέσεις, πιο προσωπικό και άμεσο χαρακτήρα. Παραλλήλως, επίδοξοι μνηστήρες του δημοτικού θώκου, θεωρούσαν ότι η συνεργασία ματαίωνε ή τουλάχιστον ανέστειλε τις επιδιώξεις τους. Ακόμη, η σύμπραξη έγινε σε περίοδο κατά την οποία το μέτωπο των συμμαχιών του ΠΑΣΟΚ με τις παραδοσιακές αριστερές δυνάμεις εμφάνιζε ρωγμές, πολύ πριν την συγκυβέρνηση ΣΥΝΑΣΠΙΣΜΟΥ-Νέας Δημοκρατίας. Άλλωστε, η κυβέρνηση Τζανετάκη υπήρξε υλοποιήσιμη επιλογή γιατί ο κόσμος της αριστεράς είχε αρχίσει να παίρνει αποστάσεις από το ΠΑΣΟΚ. Στην κατεύθυνση θεραπείας αυτού, δεν υπήρξε από καμιά πλευρά κάποια, έστω και στοιχειώδης, ενέργεια.
Επομένως, πέραν των προσδοκώμενων εκλογικών κερδών, οι συνεργασίες αυτές δεν είχαν άλλο έρεισμα, στερούντο πραγματικού βάθους και συνεπώς, η ρήξη ήταν θέμα χρόνου. Καθώς ετίθεντο ζητήματα νομής της δημοτικής εξουσίας και διαχείρισης των δημοτικών προϋπολογισμών, δημιουργούνταν τριβές με αφορμή θέματα γενικότερης πολιτικής και φυσικά, οι προσωπικές φιλοδοξίες προέβαλαν ισχυρές, στις περισσότερες δε περιπτώσεις προδιέγραψαν την καταβύθιση αυτής της προσπάθειας. Δεν νομίζω ότι ο αριθμός των δήμων που «περπάτησε» αυτό το σχήμα, πανελλαδικά, είναι διψήφιος. Ο Κορυδαλλός δεν απέφυγε την κοινή μοίρα. Από τα πρώτα Δημοτικά Συμβούλια, κατεγράφησαν οι προθέσεις. Ουσιαστικά, κάθε δυνατότητα συνεργασίας κατέληξε το βράδυ των εκλογών της Κυριακής του Οκτωβρίου 1990, με την ανακοίνωση των αποτελεσμάτων.

·                   Πείραμα συνεργασίας: μια μετ’ εμποδίων Διοίκηση ή πως η ιδιοτέλεια και η σκοπιμότητα αναχαιτίζει κάθε προσπάθεια συγκλίσεων και προτάσσεται της παραγωγής έργου για τους πολίτες.
Η Δημοτική Ομάδα του ΠΑΣΟΚ, ήταν κατά πολύ υπέρτερη, διέθετε απόλυτη πλειοψηφία (17 σε σύνολο 31 δημοτικών συμβούλων), αλλά είχε και τρεις –τουλάχιστον-, επίδοξους δημάρχους. Ο Θόδωρος Πούτος, ο οποίος είχε 10ετή και πλέον, ενεργό παρουσία και δώσει σκληρές μάχες στα  δημοτικά όργανα και ουσιαστικά ήταν και ο μόνος που είχε προβάδισμα χρίσματος. Η αμέσως επόμενη σοβαρή διεκδίκηση, «ψιθυριστά» αλλά σαφώς ορατή, προέβαλε από έναν νεοεμφανιζόμενο στα κοινά του Κορυδαλλού, δημοτικό σύμβουλο τον Στέφανο Χρήστου.
Ο Θόδωρος Πούτος, αυτοδικαίως, αναγορεύθηκε επικεφαλής της Δημοτικής Ομάδας του ΠΑΣΟΚ. Αν δεν είχε παρασυρθεί –σκοπίμως και δολίως- σε ένα ατελέσφορο παιχνίδι σύγκρουσης με τον Δήμαρχο (με την παράταξη του οποίου είχαμε εκλεγεί) και είχε ακολουθήσει διαλλακτική τακτική διαπραγμάτευσης και όχι εκείνη της απόλυτης και άκαμπτης άρνησης, σίγουρα θα ήταν ο επόμενος δήμαρχος της πόλης και με αμιγή συνδυασμό προερχόμενο από το ΠΑΣΟΚ.
Όμως, υπέπεσε σε αλλεπάλληλες παγίδες, σφάλματα τακτικής που ευνοούσαν τον κατ’ εξοχήν αντίπαλό του στην διεκδίκηση του χρίσματος του ΠΑΣΟΚ, Σ. Χρήστου. Εκτός από την βασανιστική κωλυσιεργία στα Δημοτικά Συμβούλια, όπου κάθε σύμβουλος ελάμβανε τον λόγο, σχεδόν για κάθε θέμα από τα 40-50 της ημερήσιας διάταξης*, υπονομεύοντας ουσιαστικά τον ρόλο του επικεφαλής, τα σημεία που καθιστούσαν εμφανή την σύγκρουση για την διεκδίκηση του χρίσματος ήταν πολλά. Η επιθετική στάση της μικρής -αλλά συνεκτικής, με στρατηγική και τακτική μεθόδευση-, ομάδας που περιέβαλε τον Χρήστου και στόχευε  στην αναγόρευσή του ως υποψηφίου του ΠΑΣΟΚ, επηρέαζε την πλειοψηφία της δημοτικής ομάδας των 17 συμβούλων συντηρώντας την προκατάληψη που είχε καλλιεργηθεί από τα γεγονότα του 1989 στην οργανωμένη ή και ευρύτερη βάση του κόμματος και με την επικουρία 2-3 κομματικών στελεχών του Τομεακού Γραφείου Κορυδαλλού, συμπαρέσυρε σε μια άγονη αντιπαράθεση με τον Δήμαρχο, λες και δεν ήταν πλειοψηφία στον συνδυασμό του. Στην ενασχόλησή μου με τα κοινά, μόνο δύο φορές έχω δει πλειοψηφία να λειτουργεί ως αντιπολίτευση. Στο Δημοτικό Συμβούλιο του Κορυδαλλού την θητεία 1991-1994 και την Κ.Ο. της Νέας Δημοκρατίας στην διάρκεια της Κυβέρνησης Καραμανλή, όπου απεχώρησε η πλειοψηφία από συνεδρίαση του Κοινοβουλίου…
Η καθοριστική, όμως, πράξη που έκρινε και την μετέπειτα εξέλιξη των πραγμάτων, ήταν η υϊοθέτηση πρότασης για την παραίτηση των Δημοτικών Συμβούλων του ΠΑΣΟΚ από τις θέσεις διοίκησης*. Ουσιαστικά, στόχος ήταν να αποσυρθεί ο Πούτος από την θέση του Αντιδημάρχου, γιατί αυτό τον καθιστούσε ex officio ηγετικό και δύσκολα αμφισβητούμενο πόλο. Αποχωρών όμως, έμπαινε στην ίδια θέση εκκίνησης με όλους του επίδοξους υποψηφίους. Αυτό αποφασίσθηκε σε μια θυελλώδη συνεδρίαση του οργάνου δημοτικής πολιτικής του ΠΑΣΟΚ. Μετά την συνεδρίαση, επεσήμανα στον Θόδωρο την αδυναμία που είχε περιέλθει πλέον και πως ο δρόμος άνοιγε για κάθε διεκδικητή. Δεν έδωσε την απαιτούμενη προσοχή, κυρίως, λόγω της υπερβολικής εμπιστοσύνης που έτρεφε για μέλος του Τομεακού Γραφείου του ΠΑΣΟΚ, την οποία θεωρούσε φίλη και σύμμαχό του, ενώ, εμπιστευόταν την κρίση και θεωρούσε εύλογη την υποστήριξη των βουλευτών της περιοχής κατά την επιλογή. Πόσο λάθος είχε κάνει στις εκτιμήσεις του φάνηκε αργότερα. Όταν παρά την απόλυτη επικράτησή του ως υποψηφίου στην Οργάνωση ΠΑΣΟΚ Κορυδαλλού, όσο και στις προτάσεις που κατετέθηκαν στην Ν.Ε. ΠΑΣΟΚ της Β’ Πειραιά και παρά τις μεγαλόστομες και δημόσιες διαβεβαιώσεις, του τότε Γραμματέα της Κ.Ε. του ΠΑΣΟΚ Άκη Τζοχατζόπουλου, ότι «[…ισχυρές προτάσεις υποψηφίων δημάρχων από τις Τοπικές Οργανώσεις δεν θα ανατραπούν…]», η διαπλοκή και το παρασκήνιο της πολιτικής παρέας του Χρήστου με την καθοδήγηση τοπικού βουλευτή και την καθοριστικής βαρύτητας υποστήριξη του ισχυρού γραμματέα Οργανωτικού και συμπατριώτη του, Αντώνη Κοτσακά, έδωσαν το χρίσμα στον εξ Οινουσών ορμώμενο Χρήστου.
Βέβαια, υπήρξε μεθόδευση, με τεχνητές διαρροές, καθυστερήσεις, επαφές με δημοτικούς συμβούλους και παράγοντες της περιοχής και του κεντρικού μηχανισμού Στην μακρά διαβούλευση, την οποία απαιτούσαν η προετοιμασία και οι αναγκαίοι χειρισμοί επιβολής της υποψηφιότητάς του, επεσήμανα στον αείμνηστο φίλο Θόδωρο, το γεγονός ότι η προοπτική δεν ήταν αίσια και πως οι ίδιοι χειρισμοί έγιναν και το 1982. Εκείνος ήλπιζε…
Στην πορεία των πραγμάτων, λίγες ημέρες –ίσως λιγότερες των 10-, πριν την επίσημη ανακοίνωση, απηύθυνα το ερώτημα: «αν, τελικά, το ΠΑΣΟΚ δώσει αλλού το χρίσμα, εσύ τι θα κάνεις;» Η απάντησή του ήταν απερίφραστα καταφατική. Ήταν αποφασισμένος, να πάρει μέρος στις εκλογές του 1994, επικεφαλής συνδυασμού, έστω και αν δεν είχε επίσημη κομματική στήριξη. Τότε τον παρότρυνα, να ανακοινώσει πρώτος την υποψηφιότητά και την δεδομένη, απόλυτη στήριξη του τοπικού ΠΑΣΟΚ**. Δυστυχώς, επείσθη από κάποιους να περιμένει την τελική ανακοίνωση του αρμόδιου τομέα αυτοδιοίκησης, η οποία όμως, όταν έγινε έδιδε το χρίσμα στον Σ. Χρήστου. Ακόμη και τότε δεν είχε κριθεί τίποτε. Οι 8 από τους 17 συμβούλους του ΠΑΣΟΚ είχαν ενταχθεί στο ψηφοδέλτιο του Θόδωρου Πούτου και 4 τηρούσαν θετική ουδετερότητα, ενώ σχεδόν όλα τα τοπικά στελέχη συντάσσονταν. Το τοπικό ΠΑΣΟΚ γνώριζε και αποδεχόταν τον Πούτο, ενώ η ουρανοκατέβατη παρουσία Χρήστου δεν είχε γίνει αποδεκτή στο σύνολο του κόσμου (οργανωμένου και μη). Ρόλο έπαιξαν οι βουλευτές του ΠΑΣΟΚ –παρά το επί μακρόν εκλεγόμενος βουλευτής εκφραζόταν με απέχθεια για το πρόσωπό του-, οι οποίοι έπεισαν τον Τζοχατζόπουλο (…) να «λιώσει σόλες» στον Κορυδαλλό και να υποστηρίζει τον Χρήστου, αλλά και η κεντρική εκδήλωση του Συνδυασμού Πούτου στην πλατεία Ελευθερίας, όπου ο εκπρόσωπος της ΠΟΛΑΝ (είχε υποστηρίξει τον συνδυασμό) με ένα αντι-ΠΑΣΟΚ παραλήρημα έκανε πολλούς από τους παρισταμένους να αποχωρήσουν από μια, ομολογουμένως, πολύ μεγάλη συγκέντρωση.
Ένα αξιοσημείωτο σε εκλογικό μέγεθος τμήμα των δυνάμεων του ΠΑΣΟΚ, εκείνο που επηρέαζε ο Περικλής Βελιούρης, εγκλωβίσθηκε από τον Χρήστου, μιας και υπήρξε συμφωνία για εκ περιτροπής (ανά 2ετία) συν-δημαρχία με τον Βελιούρη (ασχολίαστο).Τουλάχιστον, αυτή υπήρξε η δημοσίως προβεβλημένη αιτιολογία της σύμπραξης… Να σημειωθεί στο σημείο αυτό, ότι υπήρξε σειρά συναντήσεων Πούτου – Βελιούρη, στις οποίες ήμουν παρών και όπου ο κος Βελιούρης διατύπωσε την αιτίασή του να κατέβει ως επικεφαλής του ήδη συγκροτηθέντος συνδυασμού Πούτου. Με εντιμότητα και ευθύτητα ο Θόδωρος απέρριψε το αίτημα.
Επίσης, οι δυνάμεις της ανανεωτικές αριστεράς -που μπορεί μεν να ήσαν εκείνη την περίοδο εκλογικά πολύ περιορισμένες, προσέθεταν δε κρίσιμη δυναμική σε ένα δημοτικό σχήμα-, δεν συνετάχθησαν με το ψηφοδέλτιο του Θ. Πούτου αφ’ ενός γιατί κάποιοι εκεί, λειτούργησαν με πολιτική μικροψυχία και αφ’ ετέρου γιατί ο χώρος εγκλωβίσθηκε σε προσωπικές σκοπιμότητες. Τελικά, επελέγη από την παράταξη αυτή, η αυτόνομη κάθοδος στις εκλογές με μια αξιοπρεπέστατη πλην όμως αδύναμη υποψηφιότητα.
Επιπροσθέτως, στην σειρά από τις ευτυχείς συγκυρίες για τον Χρήστου, ο συνδυασμός του Νίκου Θεμελή είχε να αντιμετωπίσει και το πρόβλημα που δημιούργησε η αυτόνομη κάθοδος στις εκλογές του 1994, του μέχρι τότε στελέχους του ΚΚΕ και αντιδημάρχου Γ. Γουρδομιχάλη, ο οποίος διέσπασε τις δυνάμεις που στήριζαν τον Θεμελή και συνεργάσθηκε στον δεύτερο γύρο με τον Χρήστου, για να δικαιωθεί στην συνέχεια η ευελιξία του και να αξιοποιηθεί και αυτός ως αντιδήμαρχος, ενώ, μετέπειτα, να ανακαλύψει το «Φως το Αληθινόν» και να έχει την γνωστή στην πόλη, καλή συνέχεια και πρόοδο...
Σήμερα, αναρωτιέμαι ποια θα ήταν η πορεία των πραγμάτων, αν τελικά δεν είχαν υπάρξει σωρευμένες, τόσες άστοχες κινήσεις από πλευράς Πούτου και είχε αποτραπεί η δημαρχία Χρήστου. Σίγουρα, πολύ καλύτερα, τόσο για τις τοπικούς πολιτικούς φορείς, όσο και για την πόλη.

·                   Ρωμαϊκές τελετές, ψαλμοί και υδροκεφαλισμός του Δήμου
Όμως, τα γενόμενα ουκ απογίγνονται. Ο Χρήστου εξελέγη δήμαρχος το 1994, και στην πόλη –ευνοούσης και της γενικότερης συγκυρίας-, επικράτησε μια αντίληψη διαχείρισης η οποία, στηρίζει τη επικράτησή της στην χυδαία συναλλαγή, την άνευ ορίων ρουσφετολογική πρακτική με στόχο την ομηρεία ανθρώπων που αναζητούν μια θέση εργασίας, με αποτέλεσμα την δημιουργία στρατιάς υπαλλήλων δίχως ουσιαστικό ρόλο και αντικείμενο· ταυτοχρόνως, λειτουργικές, ζώσες δομές –π.χ., στέκι νεολαίας-, διαλύθηκαν.
Επίσης, ο Χρήστου, κατά την κρίση μου, ουσιαστικά δεν είχε καμία πολιτική και ιδεολογική σχέση με το ΠΑΣΟΚ και τον Προοδευτικό –ή οποιονδήποτε άλλο- χώρο, αλλά εμφάνιζε μόνον μια ιδιοπαθή σχέση με την εξουσία, κάτι που κυριαρχούσε εμφανώς και κλιμακηδόν εντεινόμενο σε όλη την άσκηση των καθηκόντων του. Ενισχυτικό αυτού είναι το γεγονός ότι επέλεξε συνεργασία με πρόσωπα που είτε δεν είχαν καμία παρουσία με την μέχρι τότε πολιτική δραστηριότητα στον δήμο είτε βρίσκονταν στο περιθώριο λόγω ανεπάρκειας. Τον διευκόλυνε βέβαια σε αυτό το σημείο και το ότι η συντριπτική πλειοψηφία των τοπικών στελεχών του ΠΑΣΟΚ μετείχαν ή υπεστήριζαν το «αντάρτικο» ψηφοδέλτιο, ενώ μόνον τρείς από τους εκλεγμένους δημοτικούς συμβούλους δέχθηκαν την συμμετοχή τους στο ψηφοδέλτιό του. Η επιβράβευσή των ελάχιστων υποστηρικτών του, οι οποίοι διέθεταν αυτόφωτη πολιτική παρουσία, υπήρξε ακριβώς εκείνη που και ο Ιωσήφ Βησαριόνοβιτς επεφύλαξε προς όσους συνέπραξαν στην ανάρρησή του στην ηγεσία της ΕΣΣΔ, μόνο που ο εγχώριος μιμητής του, έπραξε με ταχύτερους ρυθμούς. Το ΠΑΣΟΚ Κορυδαλλού διχαζόταν, το χάσμα όμως αυτό, ήταν βαθύτερο και πιο κρίσιμο, από κάθε άλλη φορά.
Παράλληλα, δεν πρέπει να λησμονείται ότι ο Χρήστου κέρδισε οριακά τις εκλογές αυτές, χάρις στην τόλμη (ή μήπως θράσος) του να προβεί σε μια χυδαιότατη συναλλαγή με την δημοτική παράταξη της Νέας Δημοκρατίας. Σημειωτέον ότι τότε, επικεφαλής της δεξιάς παράταξης στον Δήμο δεν ήταν μια μετριοπαθής κεντροδεξιά προσωπικότητα, αλλά, ο ακροδεξιός Γιάννης Σούλης, τον οποίο ο Χρήστου, εις ανταπόδοση της υποστήριξής του, τήρησε την συμφωνία και τον όρισε αντιδήμαρχο για όλη σχεδόν την 4ετία. Ένα δείγμα της αντίληψης του συγκεκριμένου, ήταν και οι συνεχείς επιθέσεις που απηύθυνε προς την Μαρία Μάνου και εμένα ως Αντιπροέδρου του Πνευματικού Κέντρου, διότι συντηρούσαμε χώρους θεατρικής άσκησης και studio μουσικής, ενώ κατά την δική του εκδοχή θα έπρεπε να δημιουργήσουμε ως δημοτική επιχείρηση γραφείο τελετών για τους δημότες. . . Δεν νομίζω ότι χρειάζεται να αναφέρω κάτι περισσότερο.
Γνωρίζοντας τους περιορισμούς που προέκυπταν από μια ισχυρή τοπική πολιτική οργάνωση, εργάσθηκε άοκνα στην κατεύθυνση της απαξίωσης και του ασφυκτικού ελέγχου της. Δημιουργήθηκε μια αυλή από νεόκοπους «πολιτικούς» γύρω από τον δήμαρχο, του οποίου ήταν και κατ’ εικόνα δημιουργήματα. Ουσιαστικά, ευνοούσης και της συγκυρίας, καταργήθηκε το πολιτικό υποκείμενο, με ότι αυτό συνεπαγόταν για τα επέκεινα.
Ήταν η απαρχή της αποπολιτικοποίησης. Της απαξίωσης και παραμερισμού κάθε συγκροτημένης πολιτικής, όχι μόνον εκείνης που εκφραζόταν από κομματικές παρατάξεις ή οργανώσεις αλλά και εκείνης της στοιχειώδους πολιτικής αντίληψης για τα κοινά. Τα πάντα έγιναν ένα παιχνίδι δημοσίων –και άλλων-, σχέσεων και η χρησιμότητα προτάσεων, προσώπων ή προγραμμάτων συναρτάτο αποκλειστικά με την προβολή ή εξυπηρέτηση της προβολής του προσώπου του δημάρχου. Η ιδεολογία, οι πολιτικές αρχές εκμηδενίστηκαν και πέρασαν στο περιθώριο. Οι δικοί μας και οι άλλοι! Φυσικά και δεν θα μπορούσα ποτέ να αποδεχθώ, να συνομολογήσω ή να λειτουργήσω υπό μια παρόμοια αντίληψη, παρά το γεγονός ότι η ιδιότητά μου ως συνεργάτου πολιτικού προσώπου με υποχρέωνε σε χαμηλών τόνων κριτική στάση. Σε όλο αυτό και πολιτικά και ηθικά, βρέθηκα απέναντι.

·                   Ακόμη μια 8ετία Βυζαντίου και φανφάρας
Βέβαια, ο συνδυασμός «Σύγχρονος - Ανθρώπινος Κορυδαλλός» (!) κέρδισε τρείς εκλογικές αναμετρήσεις πριν ο Σ. Χρήστου εκδιωχθεί από το κακέκτυπό του Σ. Κασιμάτη. Η εποχή, συνοδευόταν από την είσοδο του lifestyle (!). Νέα στέκια, Posto, Grand Caffee. Η συγκυρία ήταν απόλυτα ευνοϊκή, για την δημοτική αυτή αρχή, μιας και αρκούσε η πραγματοποίηση εκδηλώσεων Ρωμαϊκού χαρακτήρα και περιεχομένου, εξαγγελίες και δράσεις δίχως ουσιαστικό αντίκρισμα, μιας και σκοπούσαν αποκλειστικά στην ευκτήρια δοξολογία του ηγεμόνος, αλλά και η πολιτική κυριαρχία του ΠΑΣΟΚ στην χώρα, είχε καταστήσει τους υπόλοιπους πολιτικούς χώρους ανίσχυρους.
Σε τοπικό επίπεδο, η συνδυασμένη πρακτική ρουσφετολογίας, διανομής συμβάσεων και επικοινωνιακής ακροβασίας λειτούργησε πολύ αποδοτικά, παράλληλα με την ταυτόχρονη αποδόμηση συγκροτημένων πολιτικά στελεχών και την μετατροπή των πολιτικών οργανώσεων του ΠΑΣΟΚ, σε προσωπικό στρατό και μέσο συναλλαγής του δημάρχου, ως να όφειλε ο πολιτικός φορέας στο πρόσωπο και όχι το αντίστροφο. Ήταν οι αρχές της εφαρμογής του Ν. 2190/94 (Πεπονή) για τις προσλήψεις στο Δημόσιο και διέξοδος για αποκατάσταση ανέργων ήσαν οι συμβάσεις στους δήμους, πράγμα που αξιοποιήθηκε στον μέγιστο βαθμό από την διοίκηση αυτή. Ήταν πράγματι, εμετικά αστείο το ότι ακόμη και οι βουλευτές σύρονταν προσβλέποντες είτε στην πολιτική στήριξή τους στις εκλογές είτε στην «τακτοποίηση» υποχρεώσεών τους μέσω των συμβάσεων εργασίας στον Δήμο. Αυτό ήταν ένα εμφανές σημείο της σήψης η οποία θα προσέβαλλε ολόκληρο το πολιτικό σύστημα με την γνωστή κατάληξη: Οι πολιτικοί δεν επέλεγαν συμμάχους και δεν τοποθετούντο στην βάση της θεώρησής τους για το δημόσιο συμφέρον, αλλά, με κριτήρια που απέρρεαν από την εκλογική τους ιδιοτέλεια.
Η πόλη όμως παρά την εικόνα που επικοινωνιακά πρόβαλε, έχανε τις κοινωνικές και πολιτιστικές υποδομές της, φορείς παραγωγής κοινωνικού και πολιτιστικού έργου ευτελίζοντο ή διελύοντο. Η αλαζονική και υπερφίαλη συμπεριφορά, η κακή διαχείριση και η υπερχρέωση του δήμου, η συσσώρευση προσωπικού, με απουσία ή ελαστικά αξιολογικά κριτήρια επιλογής και δίχως να υπάρχουν οι πραγματικές ανάγκες για τέτοια αύξηση στον αριθμό υπαλλήλων, με κύριο σκοπό τα εκλογικά οφέλη, με την παράλληλη ανυπαρξία έργου –συμπαθάτε με, αλλά, δεν θεωρώ «έργο» την κατασκευή πλατειών με χρήματα του κρατικού προϋπολογισμού, ούτε την μετατροπή των ελευθέρων χώρων της πλατείας σε επεκτάσεις καταστημάτων-, έκτιζε μια στρεβλή ανάπτυξη και ευημερία, που συνακολούθως, προέβαλαν μια κατασκευασμένη εικόνα  πρόσκαιρης ευφορίας.

·                   Από την πόλη-μήτρα δημιουργίας, στην πόλη-θέαμα
Ο Κορυδαλλός ανέκαθεν αποτελούσε το κέντρο της ευρύτερης περιοχής και πάντοτε η αγορά και οι πλατείες του ήταν πόλος έλξης για τους κατοίκους των γειτονικών δήμων. Η δημοτική αρχή 1990-1994* πέτυχε οι αναφορές για την πόλη να γίνονται για θέματα πιο σημαντικά από τις φυλακές ή τις πλατείες της. Ανέδειξε την πολιτιστική δραστηριότητά με δύο θεατρικές ομάδες, οι οποίες έδωσαν σε νέους δυνατότητα δημιουργικής ενασχόλησης και για αρκετούς από αυτούς (ακόμη και σημαντικά ονόματα του θεάτρου και τηλεόρασης) επαγγελματική διέξοδο· με την Μουσική Σχολή εκατοντάδες παιδιά έμαθαν την χρήση ενός μουσικού οργάνου ενώ, παραλλήλως δάσκαλοι μουσικής βρήκαν απασχόληση και λειτούργησε ως φυτώριο μουσικών· σε κάθε περίπτωση προήλθε μια «φουρνιά» αν όχι επαγγελματιών ηθοποιών και μουσικών, τουλάχιστον, καλώς καταρτισμένων θεατών και ακροατών.
Δημιούργησε και λειτούργησε τον πρώτο δημοτικό κινηματογράφο, που έδωσε το έναυσμα για την ανασύσταση των θερινών σινεμά της εφηβείας μας, τον «Παράδεισο», ο οποίος από την πρώτη ημέρα προβολών ήταν κερδοφόρος. Αυτά, ως αποτέλεσμα της αξιοποίησης των κινημάτων, τοπικών κινήσεων και δυναμικής από πολίτες και νέους της πόλης.
Αντιθέτως, η περίοδος μετά το 1995, κυριαρχείται από την εγκαθίδρυση μιας απολυταρχικής αντίληψης για την διοίκηση, με εξυπηρέτηση συμφερόντων ομάδων–δεξαμενών ψηφοφόρων (εκκλησία κ.λπ.), συντηρητικών και κλειστών στην πλειοψηφία τους. Με την εγκατάλειψη δομών που ασκούσαν θετική και ουσιαστικά παραγωγική επίδραση στην κοινωνία, δομήθηκε το χειρότερο δυνατόν μοντέλο ανάπτυξης μιας πόλης, σε απόλυτη αρμονία με ένα ακόμη πιο «κλειστό» σύστημα διοίκησης.
Παρουσιάζει ενδιαφέρον και είναι καλή αφορμή για εξαγωγή συμπερασμάτων ευρύτερης αναφοράς, η μελέτη της διαμόρφωσης και διαχείρισης του δημόσιου χώρου στον Κορυδαλλό, την περίοδο αυτή, καθώς όπως είναι ευνόητο, αποτελεί την προϋπόθεση για την μορφή της δημόσιας σφαίρας και στις πολιτικές που σχηματίζονται η ασκούνται εκεί.  Το γενικότερο κλίμα κατά την 10ετία 1996 -2006, ευνοεί την υποκατάσταση της πολιτικής διεργασίας από την «λαμπράδα» της επικοινωνίας –τόσο εντός των πολιτικών σχηματισμών, όσο και στην κοινωνία, μεταλλάσετο σε πρακτική εορτής της σαρδέλας και λοιπών θεαμάτων-, την έλευση στο προσκήνιο «αναγνωρίσιμων» και «λαμπερών» προσώπων και η πολιτική καθίστατο υπόθεση εικόνας. Αντίστοιχη ήταν και η διαμόρφωση του δημόσιου χώρου (βλ. Αθήνα επί δημαρχίας Δ. Αβραμόπουλου), ενώ, το φαινόμενο αυτό στην περιφέρειά μας και ειδικά στον Κορυδαλλό, πήρε την πιο ακραία μορφή του. Ο Χρήστου προσπάθησε την «Ωσμανοποίηση*» του Κορυδαλλού, γεγονός εμφανές αν παρατηρήσει κάποιος την διαμόρφωση της πλατείας Ελευθερίας· το κενό κέντρο προορίζεται για χώρος τελετών και συγκεντρώσεων και με την διαμόρφωση διαφορετικών επιπέδων διασφαλίζεται η μεγέθυνση του πλήθους στην εικόνα. Στην περίμετρο, αναπτύσσονται τα café και τα καταστήματα μαζικής εστίασης, των οποίων ο αριθμός αυξάνεται, η μορφή ομογενοποιείται και ένας δημόσιος χώρος τρέπεται σε κατάστημα με εκμισθωτή τον Δήμο.
Αυτό, αποκτά ιδιαίτερη σημασία, διότι καταργεί ουσιαστικά ένα τμήμα του δημόσιου χώρου, μιας και τα καταστήματα του είδους, ως Χώρος είναι μη δημόσιος αλλά και ούτε απολύτως ιδιωτικός, καθώς είναι χώροι που απευθύνονται σε επιλεγμένο κοινό με σκοπούς καταναλωτικούς και κέρδους. Παραλλήλως, συνδυαζόμενα με την  «boulevard-οποίηση» των κεντρικών εμπορικών οδών (Ταξιαρχών και Αθηνάς), δημιουργούν ένα πορώδες όριο μεταξύ χρηστών αυτών των χώρων· εκείνων δηλαδή που καταναλώνουν και εκείνων που αποκλείονται από αυτή την λειτουργία ή δεν την επιλέγουν ή κρατούν σχετική απόσταση. Επιστέγασμα του εγχειρήματος αυτού –της ανάπηρης και στρεβλής, κατ’ επίφαση ανάπτυξης-, υπήρξε ο συνδυασμός της με την αποστέρηση από δημιουργικές δομές και υποκατάστασή τους με την παροχή μεγαλόπρεπων θεαμάτων κάθε είδους, με πάντοτε κυρίαρχη την προβολή του «Δημάρχου» (Άλλωστε Ωσμάν και  Λουδοβίκος Βοναπάρτης είναι ιδεολογικά και πολιτικά αλληλοεξαρτώμενες  παρουσίες).
Τελικά, μια τέτοια πόλη  σε συνέργεια με την αλλοτρίωση των πολιτικών σχηματισμών που εκπροσωπούνται στο τοπικό επίπεδο, τουλάχιστον των κυρίαρχων εκείνη την περίοδο (δεν προέκυψε τυχαία η εκμηδένιση της πολιτικής λειτουργίας του τοπικού ΠΑΣΟΚ και η αλλοτρίωση της ΝΔ στον Κορυδαλλό), αποτρέπει την ενεργό και ουσιαστική συμμετοχή στα κοινά, καθιστά τους πολίτες θεατές και «θαυμαστές» καθώς η πόλη τους είναι πόλη θέαμα.  Ευνοήτως, η επιστράτευση του θεάματος και της λαμπρότητας που σε αυτό εμφιλοχωρεί, επιφέρει και την απώλεια των μέσων αναπαράστασης που υπήρχαν διαθέσιμα και η πόλη παύει να λειτουργεί ως πρότυπο κοινωνικοποίησης, συμμετοχής, πολιτικής διεργασίας και σύνθεσης εφηβικών-νεανικών ονείρων με την εμπέδωση της παθητικής και επομένως συντηρητικότατης αντίληψης για βιοπορισμό μέσω εντάξεως σε έναν «δημοτικό στρατό» ανεπάγγελτων ή την καλλιέργεια λογικής της «αρπαχτής»· αποτρέπει την ενεργό σύμπραξη των κατοίκων στην διαμόρφωση πολιτικής και όρων πραγματικής ανάπτυξής της. Τρέπεται σε ένα προϊόν που προορίζεται να καταναλωθεί παθητικά και εύλογα, προκύπτει το ερώτημα σε ποιους απευθύνεται.

·         Τσάι και συμπάθεια, ρεπλίκα και κακέκτυπα.
Το καλοκαίρι του 2006 μια ομάδα, έδωσε την στήριξή της στον Σταύρο Κασιμάτη, προκειμένου αυτός να τεθεί επικεφαλής σε μια προσπάθεια αλλαγής της Δημοτικής Αρχής. Η διοίκηση του Δήμου Κορυδαλλού, είχε υπερβεί το έσχατο όριο παρακμής, είχε εξαντλήσει κάθε καλή πρόθεση, ακόμη και αυτών των υποστηρικτών της.
Σύντομα, όμως, έγινε αντιληπτό, πως ο πυρήνας της προβαλλόμενης ως «νέας ομάδας ηγεσίας» στην πόλη, κατ’ ουσία σε τίποτε δεν διέφερε από εκείνη, την οποία προσπαθούσε να ανατρέψει. Η αρχική ομάδα «εμπλουτίσθηκε» με παντελώς ετερόκλητα στοιχεία –στην πλειοψηφία τους αξιοπρεπέστατα μεν, με πλήρως αντίθετο πολιτικό και ιδεολογικό στίγμα δε-, κατέστη τελικώς, ένα άθροισμα συμφερόντων τα οποία δεν μπορούσαν να εκφρασθούν και να ικανοποιηθούν από την διοίκηση Χρήστου και αναζητούσαν την άλλη διέξοδο προς την εξουσία. Δεν νομίζω ότι ήταν το αρχικό κίνητρο για την συγκρότηση αυτής της ομάδας, τουλάχιστον όχι για όλα τα μέλη της· όμως, αυτό προέκυψε στην πορεία. Ο επικεφαλής της κίνησης, δεν έπραξε τίποτε ώστε να το αποτρέψει.
Στο σημείο αυτό, κρίνω αναγκαία την επεξήγηση περιστατικών της περιόδου και μια δημόσια τοποθέτηση σχετικά με την προσωπική μου στάση την περίοδο εκείνη. Είναι αλήθεια ότι είδα θετικά τον σχηματισμό μιας δημοτικής κίνησης και το Σταύρο Κασιμάτη ως επικεφαλής της. Επίσης, ως θετική εξέλιξη αντιμετώπισα την συστράτευση πολιτών με δημιουργική πρόθεση. Ατυχώς, πολύ σύντομα επήλθε η διάψευση των ελπίδων καθώς το μόρφωμα που προέκυψε δεν είχε καμία συνάφεια με ότι προσδοκούσα. Δεν είχε πολιτική συγκρότηση, δεν είχε πλαίσιο αρχών και προγράμματος –παρά την αρχική δέσμευση του επικεφαλής- και γενικότερα, προσομοίαζε σε ένα «μπουλούκι» που επιχειρούσε να καταλάβει εξ εφόδου τα χειμερινά ανάκτορα, δίχως πλαίσιο αρχών και πολιτική, κάτι που επιβεβαιώθηκε εκ των υστέρων και από την σύνθεση της δημοτικής ομάδας, αλλά και από την πρακτική της Δημοτικής Αρχής αφού η εμπάθεια, η ακινησία στα ουσιώδη, η υπερχρέωση και η πληθώρα συμβάσεων συνεχίσθηκε καλπάζουσα. Να συγκρατηθεί εδώ, ότι 15-20 ημέρες πριν τις εκλογές είχα δηλώσει την πρόθεσή μου να αποχωρήσω από ένα τέτοιο σχήμα. Φίλος (τότε) με απέτρεψε. Έπρεπε να το είχα πράξει. Μετά την πρώτη Κυριακή των εκλογών απέστειλα επιστολή προς τον επικεφαλής της κίνησης, διατυπώνοντας την θέση μου, ότι από μία κίνηση άνευ πλαισίου αρχών, ίσως είναι προτιμότερη η επιλογή ενός κακού υποψηφίου, ο οποίος όμως, οριοθετείται –έστω και στο ελάχιστο-, από την παρουσία του πολιτικού φορέα. Ατυχώς και για λόγους που υπερέβαιναν την θέλησή μου, η επιστολή (στην διάθεση του οποιουδήποτε) διέρρευσε και επιχειρήθηκε να γίνει από τον απερχόμενο δήμαρχο αντικείμενο εκμετάλλευσης. Οφείλω να ομολογήσω ότι ήταν τακτικό σφάλμα η αποστολή του κειμένου πριν την 2η Κυριακή, αλλά, είναι περισσότερο από βέβαιο ότι πολιτικά δικαιώνεται απολύτως.
Εν πάση περιπτώσει, δεν έκρινε τίποτε, αφού κανείς δεν αμφέβαλλε πως ο σοβαρός και συμπαθής Σ. Κασιμάτης –ο οποίος είχε και την στήριξη άλλων, ισχυρών, εξωθεσμικών παραγόντων-, θα κέρδιζε τις εκλογές του 2006. Όποιος μιλούσε με πολίτες στον Κορυδαλλό και διέθετε την στοιχειώδη εμπειρία, δεν ήταν δύσκολο να αντιληφθεί ότι ο Χρήστου ήταν, ως δήμαρχος, παρελθόν για την πόλη.
Ο Σ. Κασιμάτης, ως υπό κλίμακα πιστό αντίγραφο, προϊόν ενός παρηκμασμένου πολιτικού συστήματος, ακολούθησε την πάγια πρακτική, επαρχιώτη δημάρχου: φιλικά χτυπήματα στην πλάτη, χαμόγελα και χαριεντισμοί στις πλατείες, επέλαση συμβασιούχων (που σήμερα αδυνατεί να καλύψει οικονομικά), χρηματοδοτήσεις συλλόγων κ.λπ.
Προ κάθε άλλου, να καταθέσω εκ προοιμίου την συμπάθειά μου για το πρόσωπό του. Τον θεωρώ σοβαρό και αξιοπρεπέστατο, ενώ, εκτιμώ ότι η ορατή, η δημόσια παρουσία του δεν έχει προκαλέσει. Παρά ταύτα, όμως, κατασπατάλησε το κεφάλαιό του σε κενές παραστάσεις και δημόσια θεάματα, όπως και ο προκάτοχός του, με την διαφορά πως για αντικειμενικούς λόγους δεν μπορεί να πλησιάσει την «γκλαμουριά»  της προηγούμενης διοικήσεως. Στο διάστημα της πρώτης τετραετίας, επέτυχε να θεραπεύσει κάποια από τα προβλήματα που προέκυψαν από την «αντάρτικη» κάθοδό του το 2006 και στις εκλογές του 2010 οι χθεσινοί υβριστές έγιναν «συνεργάτες» και υποψήφιοι με τον συνδυασμό του.
Οι υπερχρεωμένοι δήμοι, οι μικρο-εξυπηρετήσεις και άλλα συναφή ήσαν μέχρι πρότινος, κοινά αποδεκτή κατάσταση στην αυτοδιοίκηση. Εφ’ όσον εκείνος και οι στενοί συνεργάτες του φρόντιζαν για την συντήρηση της εικόνας συμπάθειας που προέβαλλε και με την στήριξη πλέον του ΠΑΣΟΚ, την σκοπίμως, αδύναμη υποψηφιότητα της ΝΔ, κέρδισε από την πρώτη Κυριακή.
        Από τις αρχές της 2ης νέας θητείας εμφανίσθηκαν οι πρώτες νεφέλες. Η δεξιά πτέρυγα εμφάνισε ρήγματα καθώς προσωπικοί ανταγωνισμοί αιρετών από την συνιστώσα αυτή, δεν ήταν δυνατόν να συμβιβασθούν.
·         Εκλογές 2010, προσπάθεια πολιτικοποιημένης αντίδρασης: ένα ημιτελές εγχείρημα.
Στις εκλογές του 2010, μία ομάδα νέων ανθρώπων προερχόμενων από τον ευρύτερο προοδευτικό χώρο και με αξιοσημείωτη δράση, διεκδίκησε την ψήφο των πολιτών στον Κορυδαλλό. Ως πρόθεση και εγχείρημα δικαιούται την προσοχή μας, μιας και το αποτέλεσμα του 8% δεν ήταν καθόλου  ευκαταφρόνητο. Αντιθέτως ήταν απολύτως αξιοπρεπές και σηματοδοτεί την ύπαρξη δυνάμεων ανατροπής στην πόλη. Το τακτικό σφάλμα αυτής της προσπάθειας, εστιάζει στην επιλογή ως επικεφαλής, μιας κυρίας η οποία ήταν προϊόν της αντίληψης που θεωρητικά, ήθελε να αντιπαρατεθεί. Δίχως καμία προηγουμένη ενασχόληση με τα κοινά, προέκυψε ως χαριτόβρυτος ύπαρξη επί Χρήστου και τα πρότυπα για την πολιτική και διοίκηση ήταν ακριβώς αυτά, εκείνης της σχολής. Άλλωστε, σήμερα ποιά είναι η τοποθέτησή της; Αν παρατηρήσει κάποιος τις ιδρυτικές διακηρύξεις και δημόσιες τοποθετήσεις της κίνησης «16χρονη Πόλη», θα σχηματίσει την βεβαιότητα ότι η συγκεκριμένη ομάδα πολιτικής αυτό-οργάνωσης αντιμετωπίζει σοβαρό πρόβλημα χάσματος μεταξύ του πυρήνα που την συγκρότησε και συνεχίζει να υπάρχει πολιτικά και των αιρετών που την εκπροσωπούν (;) στο Δημοτικό Συμβούλιο.
Είναι αληθές, πως από την πρώτη στιγμή, ο κος Κασιμάτης δήλωνε ότι διεκδικεί το δημαρχιακό αξίωμα, μόνον, για δύο θητείες. Δημόσια δήλωσή του περί του αντιθέτου, πυροδότησε μια σειρά συγκρούσεων στο εσωτερικό του συνδυασμού του, οι οποίες κορυφώθηκαν με την πρόσφατη ανεξαρτητοποίηση δημοτικών συμβούλων του συνδυασμού του, ενώ, σημαντικοί παράγοντες της ομάδας του τον εγκατέλειψαν. Επιπροσθέτως, η αδυναμία διαχείρισης των μικροσυμφερόντων ως συνέπεια της δημοσιονομικής κρίσης, η καταφυγή σε συνεχείς δανεισμούς, η ανυπαρξία σχεδιασμού για την διαχείριση των υποχρεώσεων του Δήμου και των οικονομικών συναλλαγών του, η υπερφόρτωση του μισθολογίου με συνεχείς προσλήψεις υπαλλήλων ως εξόφληση ανειλημμένων προεκλογικών υποχρεώσεων, δημιούργησε σοβαρά προβλήματα στην ροή εργασιών του Δήμου και ανεπανόρθωτα πλήγματα στην εικόνα το Δημάρχου Κορυδαλλού.
Σε γενικές γραμμές, η Δημοτική Αρχή Κασιμάτη, υπήρξε η πιο διακριτική στην ιστορία της πόλης. Δεν έκανε αισθητή την παρουσία της σε κανένα πεδίο –πλην ελαχίστων περιπτώσεων και προκειμένου να εξυπηρετηθούν ιδιοτελείς σκοπιμότητες. Με προπέτασμα την «κρίση», σε τίποτε δεν … διετάραξε την ηρεμία των πολιτών και αρκέστηκε στην εσωτερική διανομή ρόλων και μισθών. Στην ουσία, συνέχισε την ίδια αντίληψη, την ίδια λογική και την υπηρεσία των ίδιων σκοπιμοτήτων με την προηγούμενη διοίκηση. Διερωτώμαι τι θα ανακαλύψει άραγε η ευφυΐα των προπαγανδιστών του εν όψει των επικείμενων εκλογών, καθώς το συμπαθητικό χαμόγελο του νυν Δημάρχου, έχει εξαντλήσει την γοητεία του.

·         Συμπεράσματα
Ανατρέχοντας στο παρελθόν και λαμβάνοντας υπ’ όψιν την όλη εικόνα, την προσοχή και τον προβληματισμό προκαλούν τα εξής σημεία:
Πρώτον, ότι το ΠΑΣΟΚ, αν και κυρίαρχο στην πόλη (πριν από τα … επιτεύγματα του ανεκδιήγητου Παπακωνσταντίνου ήταν πρώτο κόμμα και με διαφορά, τουλάχιστον, 4-5 ποσοστιαίες μονάδες από το δεύτερο) και την ευρύτερη περιφέρεια της Β’ Πειραιά, δεν επέτυχε μια καθαρή εκλογική νίκη σε δημοτικές εκλογές. Προφανώς, η δομή του και οι αντιπαραθέσεις των τοπικών στελεχών, ήταν βασικές αιτίες. Για την εκλογή του Χρήστου στην δημοτική αρχή, απαιτήθηκε η συναλλαγή με το κομμάτι της δεξιάς και η παροχή ανταλλαγμάτων με ορίζοντα 4ετίας.
Δεύτερον, ότι οι τοπικές δυνάμεις –ιδίως από το 1996-’98 και μετά-, δεν συσπειρώνονται στην βάση πολιτικών και προτάσεων για τον δήμο και τους δημότες, αλλά, συγκλίνουν σε σχήματα που εξυπηρετούν συγκεκριμένα συμφέροντα και στον πυρήνα τους είναι παντελώς α-πολίτικα. Το φαινόμενο αυτό, εντάθηκε από το 2ο ήμισυ της 10ετίας του 1990, περίοδο κατά την οποία η πολιτική της γιορτής της σαρδέλας, των εγκαινίων και των κ-ε-νοτόμων (sic) εξαγγελιών, επικρατούσε σε βάρος του πραγματικού έργου και πολιτικού πλαισίου.
Τρίτον, οι παρεμβάσεις άλλων, πέραν των τοπικών παραγόντων (π.χ., βουλευτών κ.ά.), είναι χρήσιμες και θεμιτές, λόγω και της ευρύτερης εμβέλειας και αναφορών τους, πλην όμως, οφείλουν να είναι αιτιολογημένες και θεσμικά προβλεπόμενες, δημόσιες και εντεταγμένες στο πλαίσιο μιας εκ των προτέρων συμπεφωνημένης και οριοθετημένης διαδικασίας. Η ισχύουσα πρακτική επιλογής υποψηφίων, δίνει το δικαίωμα αμφισβητήσεων και προσωπικών επιλογών εκτός πλαισίου συντεταγμένης πολιτικής θέσης.
Τέταρτον, αλλά όχι ήσσονος σημασίας, η γενική κατάσταση που συνεπάγεται η απουσία θεσμικού πλαισίου, το οποίο θα θέτει την Τ.Α. υπό την ευθύνη του σχεδιασμού και λήψης αποφάσεων και όχι ως απλό εκτελεστή δεδομένων προϋπολογισμών, όπως σήμερα, ευνοεί την καλλιέργεια σχέσεων εξάρτησης αλλά και παράλληλα δίδει την δυνατότητα σε επιτήδειους τοπικούς άρχοντες να εξαπατούν με έργα άνευ προστιθέμενης αξίας (π.χ., πλατείες που σε διάστημα 8ετίας ανακαινίσθηκαν 2-3 φορές) ή σε θεάματα χωρίς κανένα πολιτιστικό παράγωγο, πέραν των 2 ωρών διασκέδασης. Στον Κορυδαλλό, τούτο, έγινε ο κανόνας και η μόνη μέθοδος άσκησης δημοτικής πολιτικής. Ταυτοχρόνως, δεν υφίστανται θεσμοί κοινωνικού ελέγχου, ενώ για όλο το διάστημα από το 1995 και εντεύθεν, οι συναλλαγές και οι γενικότερες πολιτικές συγκυρίες, οδήγησαν την αντιπολίτευση σε ανυπαρξία ή αδυναμία επικοινωνιακής εμβέλειας. Αυτό, επέτρεψε στις δημοτικές αρχές του Κορυδαλλού να λειτουργούν για 15 και πλέον χρόνια δίχως κοινωνικό ή πολιτικό έλεγχο.
Ομολογουμένως, πλην ελαχίστων, μεμονωμένων προσπαθειών αρθρώσεως αντιπολιτευτικού λόγου, η μόνη συντεταγμένη και συνεπής αντιπολίτευση μέχρι σήμερα, προέρχεται από την παράταξη της ανανεωτικής αριστεράς «Πάμε αλλιώς». Προκειμένου όμως, να έχει αποτέλεσμα, πρέπει να αναζητηθούν τρόποι και σημεία παρεμβάσεων που θα καθιστούν εφικτή την διεύρυνση της κοινωνικής βάσης του σχήματος.
Αν παρατηρήσουμε την πορεία των δημοτικών πραγμάτων, θα διαπιστώσουμε ότι η πόλη έχει απολέσει κάθε υποδομή και αυτό όχι αποκλειστικά εξ αιτίας της κρίσης ή του περιορισμού των εσόδων, αλλά από την κακή διαχείριση και σπατάλη. Την παραγωγή πρωτογενούς έργου στον πολιτισμό, αντικατέστησαν οι «αρπαχτές» ημετέρων θιασαρχών (δεν είναι ντροπή να είσαι δημοτικός σύμβουλος, μεταφερόμενος από άλλη περιοχή και να κανείς κάθε χρόνο παραστάσεις αδρά αμειβόμενες;) και άλλων «καλλιτεχνικών» εκδηλώσεων αμφίβολης αν όχι μηδενικής αξίας.
Στον δε τομέα Κοινωνικής πολιτικής, ανύπαρκτες παρεμβάσεις και πολιτική ουσίας. Αντιμετωπίζεται ως πεδίο επιδείξεως επιτηδευμένης φιλανθρωπίας και αγοραίας μεταχείρισης της ανάγκης και της αξιοπρέπειας δημοτών που αντιμετωπίζουν προβλήματα, ακόμη και επιβίωσης …
Εξαγγελίες δημιουργίας και συγκροτήσεως δημοτικών οργάνων ως αφορμή προβολής των δημοτικών αρχόντων και μόνον (με χαρακτηριστικά παράδειγματα το «Συμβούλιο για την Εγκληματικότητα» και την διαμεσολάβηση, από τα οποία όργανα, το πρώτο δεν συνεδρίασε ούτε μια φορά και το δεύτερο λειτούργησε για 3μηνο, επιλαμβανόμενο σε περίπου 60 υποθέσεις πριν επιστρέψει στην ανυπαρξία)· καισαρισμός και εγωπάθεια των επικεφαλής του Δήμου· εμπάθεια και μικρότητα προς κάθε διαφορετική αντίληψη, αποστέρησαν την πόλη από συγκροτημένο πολιτικά προσωπικό. Καμία ουσιαστικά λειτουργική και χρήσιμη νέα υποδομή για το πεδίο πολιτισμού και νεολαίας, ενώ απαξιώθηκαν και εγκαταλείφθηκαν να παρακμάσουν οι όσες υπήρχαν. Σπατάλη οικονομικών και ανθρώπινων πόρων, υπέρογκοι δανεισμοί, ανεξέλεγκτοι και ασύδοτοι ρουσφετολογικοί διορισμοί οδήγησαν τον Δήμο σε υπερχρέωση και αδυναμία· παρά την βιτρίνα, η πόλη εγκαταλείφθηκε να παρακμάσει σε μία ατμόσφαιρα «κοσμοπολίτικου» μιμητισμού.
Η τελευταία δε διοίκηση, εκτός από κενή ιδεών και σχεδίου για την πόλη, απεδείχθη παντελώς ανίκανη να διαχειρισθεί ακόμη και αυτή την ιδιοτέλειά της, αφού οι συμβασιούχοι υπάλληλοι παρέμεναν επί διάστημα πλέον των 12-15 μηνών απλήρωτοι. Όσο και αν διαφωνεί κανείς με την σκοπιμότητα ή την μέθοδο προσλήψεώς τους δεν μπορεί να γίνεται ανεκτή η μη καταβολή των υποχρεώσεων που μία διοίκηση αναλαμβάνει.
Αν το 1861 για το Παρίσι των Ναπολέοντα Γ’ και Ωσμάν ή για την Νέα Υόρκη του 2000 του Τζουλιάνι, πόλεις – κέντρα του καπιταλισμού*, η αντίληψη αυτή είχε κάποιο περιεχόμενο, για μία πόλη με τις δυνατότητες του Κορυδαλλού, είναι καρικατούρα και αστειότητα καθώς φαντάζει ως «βρυχώμενος μυς». Δυστυχώς, το μοντέλο αυτό, επικράτησε και συνεχίζει να ακολουθείται, από τον Σ. Κασσιμάτη και το δημοτικό του σχήμα που εμφανίζεται απισχνούμενο από ιδεολογικό-πολιτικό υπόβαθρο και ευρύτερη παιδεία. Δεν είναι υπερβολή ο ισχυρισμός ότι αν η κατάσταση συνεχισθεί στο ίδιο μοτίβο, θα εξελιχθεί ως μη αναστρέψιμη, αν και σε ορισμένες περιπτώσεις, αμφιβάλω αν οι βλάβες είναι δυνατόν να αναταχθούν.

·         Η σημερινή εικόνα και προοπτική
Σήμερα, η δημοσιονομική κρίση και η οικονομική ύφεση, θρυμματίζει την βιτρίνα και αφαιρεί κάθε δυνατότητα εξωραϊσμών. Η ευχέρεια παροχής θέσεων εργασίας, είτε μέσω συμβάσεων είτε με προσλήψεις και η καλλιέργεια σχετικής προσδοκίας ελλείπει. Παραλλήλως, το σύνολο της πόλης είναι εγκαταλελειμμένο στην τύχη του. Η άλλοτε περιώνυμη αγορά του Κορυδαλλού περιορίζεται, καταστήματα κλείνουν και τούτο, όχι αποκλειστικά, λόγω της γενικότερης ύφεσης.
Οι δημοτικές αρχές των τελευταίων χρόνων, περιόρισαν κάθε παρέμβαση γύρω από την πλατεία Ελευθερίας και ομολογουμένως, τα καταστήματα της πλατείας έχουν ρόλο στην οικονομία της πόλης. Όμως, η αντίληψη αυτή, δημιούργησε όρους άνισης ανάπτυξης. Ακόμη και 2-3 οικοδομικά τετράγωνα από την κεντρική πλατεία, είναι εμφανής η ανισότητα αυτή.  Παρά τις μεγαλόστομες επαγγελίες, η λογική «παρέας», δεν πέτυχε σοβαρές αλλαγές και δεν έδωσε την δυνατότητα να μπει ο Κορυδαλλός σε μια τροχιά πραγματικής ανάπτυξης. Στηριζόμενοι στις φιλικές σχέσεις με την Κεντρική εξουσία, οι δήμαρχοι κατανάλωναν πόρους και επιχορηγήσεις από το Κράτος και μετέτρεπαν τις οικονομικές ενισχύσεις σε συμβάσεις, προσλήψεις, έργα βιτρίνας (η χαρά των μίκρο-εργολάβων) και πανηγυράκια δημοσίων σχέσεων, χωρίς να υπάρχει ανταποδοτική ωφέλεια για τους δημότες, πλην της στιγμιαίας ευφορίας. Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα της αντίληψης αυτής είναι και η πρόσφατη κατασκευή ποδηλατοδρόμων στην πόλη για τους χιλιάδες ποδηλάτες που καθημερινά κάνουν χρήση (!), ενώ το εμπορικό κέντρο της πόλης υποφέρει από προβλήματα συγκοινωνίας, στάθμευσης –πως θα εξυπηρετηθεί ο υποψήφιος πελάτης των καταστημάτων στην οδό Ταξιαρχών επί παραδείγματι-και εν γένει υπάρχουν ζητήματα σοβαρά στις εσωτερικές μετακινήσεις (βέβαια, κατά περιόδους κάνει την εμφάνισή του ένα λεωφορειάκι με τα σήματα του Δήμου . . . όπως τα οχήματα που διαφημίζουν διάφορα άλλα προϊόντα καταστήματα, ξενοδοχεία ή υπηρεσίες).
Η έλευση του metro είναι ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα χαμένων ευκαιριών ανάπτυξης, καθώς θα δημιουργήσει επιπρόσθετα προβλήματα στην κυκλοφορία, καθώς η πλατεία Ελευθερίας θα επιβαρυνθεί με την αύξηση των λεωφορειακών γραμμών, την κυκλοφορία οχημάτων που θα αναζητούν θέσεις στάθμευσης –ήδη, σήμερα κάποιες ημέρες απαιτούνται πάνω από 30-40 λεπτά για να διανυθεί η απόσταση από την Γρ. Λαμπράκη μέχρι την πλατεία Ελευθερίας, σκεφθείτε τότε. Δεν ισχυρίζομαι ότι το metro είναι αρνητική εξέλιξη. Λέγω, όμως, ότι ο σχεδιασμός του σταθμού στην πλ. Ελευθερίας, είναι η χειρότερη επιλογή. Τούτο, διότι αφ’ ενός, θα επιτείνει σε μεγάλο βαθμό τα προβλήματα στην κυκλοφορία της πόλης (νέες λεωφορειακές γραμμές, κίνηση οχημάτων από και προς τον σταθμό, αναζήτηση σταθμεύσεως κ.λπ.) και αφ’ ετέρου θα ενισχύσει τις ανισότητες στην ανάπτυξη. Με μία πρώτη ανάγνωση, θεωρώ ότι η επιλογή για την προοπτική θα ήταν η δημιουργία σταθμού στην Γρ. Λαμπράκη, εκεί όπου σήμερα κατασκευάζεται ένας παιδικός σταθμός (!) και η δημιουργία συγκοινωνιακού και διοικητικού κέντρου στο σημείο αυτό (άλλωστε, και οι φυλακές έχουν φύγει τουλάχιστον 3 φορές επί Χρήστου και 2 επί Κασιμάτη !). Η δικαιολογία ότι είχε ήδη εγκριθεί η μελέτη δεν ευσταθεί διότι η προσωρινή διακοπή του έργου έδιδε την δυνατότητα νέας, αν η Δημοτική Αρχή πίεζε την εταιρεία.
·         Τι μέλλει γενέσθαι των δεόντων;
Κατά την κρίση μου, η μόνη επιλογή που μπορεί να αποκαταστήσει –πάντοτε, στο μέτρο των δυνατοτήτων που διαμορφώνει η σημερινή πραγματικότητα-, την χρήσιμη κοινωνική, πολιτιστική και πολιτική δραστηριότητα στον Δήμο, να ανασυγκροτήσει τις υποδομές της πόλης και να παράξει ουσιαστικό έργο για τους πολίτες· η πραγματικά, μόνη, σοβαρή επιλογή προκειμένου να τεθεί τέλος στην καισαρική αντίληψη των αρχόντων και να αναδείξει  μια δημοτική αρχή η οποία θα λειτουργεί συλλογικά και πολιτικά, είναι εκείνη, η επιλογή ενός πολιτικού σχηματισμού, δομημένου σε αρχές, αξίες και πολιτικές θέσεις. Μόνον ένας τέτοιος σχηματισμός είναι δυνατόν να ανασχέσει την παρακμιακή πορεία της πόλης και να ανασυγκροτήσει την διοίκηση.
Να συγκρουσθεί και να συναιρέσει τα επιμέρους συμφέροντα, προκειμένου να προκύπτει όφελος για το σύνολο της τοπικής κοινωνίας. Αυτό είναι το κυρίαρχο δίλλημα των επερχόμενων δημοτικών εκλογών· προβάλλει μεταξύ της επιλογής συνόλων που αθροίζουν συμφέροντα και μόνον, στερούνται προγραμματικών και πολιτικών επιλογών για την πόλη ή της συγκρότησης και υποστήριξης δημοτικών σχημάτων με αρχές και πολιτική συγκρότηση, ακόμη και αν κάποιος διαφωνεί, σε σημεία με αυτήν την συγκεκριμένη πολιτική αντίληψη και φυσικά την εκ προοιμίου διασφαλισμένη ανοικτή, δημοκρατική και δίχως αποκλεισμούς διαδικασία λήψης αποφάσεων.
Ευνοήτως, η προσωπική μου οπτική, προκρίνει την προέλευση ενός τέτοιου σχήματος από τον χώρο της κεντροαριστεράς. Δεν θέλω να προβλέπω –άλλωστε, το πολιτικό σκηνικό είναι ρευστό-, αλλά έχω την αίσθηση ότι τοπικά, οι ηγεσίες του ΠΑΣΟΚ και της ΔΗΜΑΡ δεν έχουν δυνατότητα ή περιθώρια ελιγμών· ατυχώς, θα παραμείνουν, για διαφορετικούς λόγους, εγκλωβισμένες στις ήδη υπάρχουσες και ατελέσφορες επιλογές.
Κατά την εκτίμησή μου, η αναστροφή αυτής της κακής πορείας –τουλάχιστον καθ’ όσον αφορά στην πόλη μας-, απαιτεί την ύπαρξη ενός μετώπου, συγκροτημένου σε πολιτική βάση και αρχές και του οποίου ο πυρήνας θα εκκινεί από αριστερή, προοδευτική αντίληψη. Τούτο όμως, δεν θα πρέπει να λειτουργήσει ως αυτοπεριορισμός με την διεκδίκηση δικαίωσης και ικανοποίησης εμμονών της γενικότερης ιδεολογικής-πολιτικής θέσης, αλλά, θα πετύχει την υπέρβαση διεύρυνσης και θα συσπειρώσει τον προοδευτικό-κεντροαριστερό χώρο. Θα επικεντρώσει  αφ’ ενός, στην αποκατάσταση της έννοιας του δημοσίου συμφέροντος ως μεγέθους το οποίο συναιρεί και δεν αθροίζει απλώς τα επί μέρους ιδιωτικά τέτοια και αφ’ ετέρου, θα διατυπώσει και θα υλοποιήσει προτάσεις για την επανεκκίνηση της αναπτυξιακής διεργασίας και θα προκρίνει την συμμετοχή των πολιτών στην διαμόρφωση της πολιτικής του Δήμου.

·         Προτάσεις προγραμματικής συνεργασίας
     Στην βάση των προεκτεθέντων και υπό την αντίληψη ότι η Τοπική Αυτοδιοίκηση, δεν είναι παρίας της Διοίκησης*, αλλά αντιθέτως, όχι μόνον δικαιούται αλλά υποχρεούται να προτείνει και να δοκιμάζει νέους θεσμούς· να προβάλλει, να υποστηρίζει και να αξιοποιεί τις τοπικές δημιουργικές δυνάμεις, εις τρόπον ώστε να συμβάλει στον αναπτυξιακό σχεδιασμό -τουλάχιστον, στην περιοχή ευθύνης της-, εκτιμώ ότι για κάθε συνεργασία ή προεκλογική σύμπραξη απαιτείται μία minimum προγραμματική συμφωνία. Αυτή, είναι δυνατόν να συνίσταται στα εξής:
                i.  Δημιουργία Υπηρεσίας (ή Γραφείου) ενίσχυσης της απασχόλησης: Οι επιχειρηματίες της πόλης ανακοινώνουν τις διαθέσιμες θέσεις εργασίας και μέσω του Δήμου προσλαμβάνουν δημότες. Οι συμμετέχοντες στο πρόγραμμα απολαμβάνουν μείωση των δημοτικών τελών (π.χ. 30%-40%). Η στήριξη των δημοτών και ειδικά των ασθενέστερων, είναι ευθύνη δημοτικής πολιτικής και όχι ευκαιρία για την επίδειξη  επιτηδευμένης και ιδιοτελών κινήτρων φιλανθρωπίας.
            ii.  Αξιοποίηση Ευρωπαϊκών χρηματοδοτήσεων για την ενίσχυση του δικτύου μεταφορών στην πόλη με την αγορά οχημάτων (μικρά λεωφορεία αερίου). Αυτά, θα αναλάβουν το έργο της εσωτερικής μετακίνησης και της μετακίνησης μαθητών, ηλικιωμένων προς τις διάφορες υπηρεσίες, αλλά και ειδικώτερα για τον Κορυδαλλό τις μετακινήσεις από και προς τον σταθμό metro (μέχρι να λειτουργήσει η γραμμή, τον σταθμό Αιγάλεω ή Χαϊδαρίου).
    iii.     Αξιοποίηση του δυναμικού της πόλης (εκπαιδευτικοί ή/και φοιτητές των καταλλήλων σχολών) και δημιουργία τμημάτων ενισχυτικής διδασκαλίας και διδασκαλίας ξένων γλωσσών, στελεχωμένα με εθελοντές στους οποίους ενδεχομένως να δίδεται ένα συμβολικό ποσό για κάλυψη εξόδων που προκύπτουν από την δράση αυτή (π.χ. μετακινήσεις), για τους οικονομικά αδύνατους και άλλες πληττόμενες κοινωνικές ομάδες.
          iv.  Ανασύσταση δομών όπως το Στέκι Νεολαίας και η λειτουργία του στην προηγούμενη αντίληψη, ως χώρου συνάντησης-αναψυχής- πολιτιστικής και κοινωνικής δραστηριότητας των νέων της πόλης.
              v.  Ο Κορυδαλλός έχει δίπλα του Πανεπιστημιακά Ιδρύματα (Πανεπιστήμιο Πειραιά, ΤΕΙ Πειραιά & Αιγάλεω), τα οποία δαπανούν μεγάλα ποσά για επιδότηση κατοικίας σε φοιτητές. Αυτό μπορεί να αποβεί άκρως αξιοποιήσιμη δυνατότητα, πέραν αυτής της προσέλευσης στα καταστήματα της πλατείας. Σε συνεργασία με δημόσιους ή και ιδιωτικούς φορείς, μπορεί να κατασκευασθούν φοιτητικές εστίες, με σύγχρονες υποδομές και που θα διατίθενται και σε φοιτητές εκτός των δικαιούχων εστίας. Θα παρέχονται με το κατάλληλο αντίτιμο και σε φοιτητές που σήμερα ενοικιάζουν σπίτια, ανακουφίζοντας έτσι τις οικογένειες αλλά και αυξάνοντας τον νεανικό πληθυσμό της πόλης σε μεγάλο βαθμό. Τα πλεονεκτήματα από την εγκατάσταση 1000-1500 νέων σε μία πόλη είναι προφανή. Ως χώρος κατασκευής αυτών των εστιών, μπορεί να είναι μέρος από την έκταση των 88 στρ. (αφού οι φυλακές έχουν φύγει πάνω από 5-6 φορές!) ή στο Σχιστό ή στα παλαιά λατομεία1*.
          vi.  Κατάρτιση και εφαρμογή προγράμματος ανακύκλωσης στην πηγή με αξιοποίηση εθελοντών, εστιάζοντας στην συλλογή υλικών όπως χαρτί, μέταλλα, μπαταρίες, γυαλί κ.ά. απευθείας από τις κατοικίες, παράλληλα με τα τρέχοντα προγράμματα, τα οποία στην πράξη δεν έχουν την προσδοκώμενη απόδοση. Οι μετέχοντες κάτοικοι θα μπορεί να τυγχάνουν μειώσεων από τα δημοτικά τέλη, αναλόγως του όγκου υλικών2*.
      vii. Ο υποσταθμός της ΔΕΗ στο Σχιστό, παρά τους λεονταρισμούς και τις κενές υποσχέσεις είναι γεγονός. Η μέχρι σήμερα αντιπαράθεση με την εταιρεία, δεν απέδωσε και δεν νομίζω ότι κανείς πιστεύει πλέον ότι θα απομακρυνθεί. Είναι εφικτή η άσκηση πίεσης προς την επιχείρηση, προκειμένου να παραχωρηθούν αντισταθμιστικά οφέλη προς τον Δήμο. Αυτά μπορεί να είναι είτε εκπτώσεις για αδύναμους οικονομικά δημότες είτε ανάληψη διαμόρφωσης κοινοχρήστων χώρων και περιβαλλοντικών παρεμβάσεων (π.χ., οικονομική στήριξη στην αμέσως προηγούμενη δράση).
  viii.  Δημιουργία δράσεων ενισχύσεως της κοινωνικής συνοχής, αντιμετωπίζοντας τον φόβο της διαφορετικότητας και του «άγνωστου» και «απρόσωπου» άλλου και συνεπώς, τα όποια και ανεξαρτήτου εντάσεως, ρατσιστικά φαινόμενα τα οποία, λόγω της κρίσης εμφανίζονται σε περιοχές που το επίπεδο διαβίωσης πλήττεται ιδιαίτερα*.
          ix.  Δημιουργία θεσμών συλλογικών λειτουργιών. Επί παραδείγματι, ο προϋπολογισμός για τις δαπάνες που αφορούν στην Παιδεία να συντάσσεται και να εγκρίνεται από σώμα συγκροτούμενο από την εκπαιδευτική κοινότητα, πριν την έγκρισή της από το Δημοτικό Συμβούλιο. Οι παρατάξεις μπορούν να συμφωνήσουν εκ των προτέρων για την προκαταρκτική αυτή διαδικασία και τον δεσμευτικό χαρακτήρα της. Μια άλλη παρόμοια θεσμική παρέμβαση είναι δυνατόν να αφορά τα τεχνικά έργα και τις αναβαθμίσεις.
              x.  Ανασύσταση θεσμών άμεσης δημοκρατίας και συμμετοχής όπως τα Συνοικιακά Συμβούλια. Ατυχώς, η αρχική εφαρμογή του θεσμού την 10ετία του ΄80, συνάντησε την αρνητική αντιμετώπιση κυρίως των δημάρχων προερχομένων από το Κ.Κ. και στην συνέχεια εγκαταλείφθηκε. Σήμερα, είναι ώριμη αλλά και αναγκαία η επαναφορά τους. Ένας Δήμος, έχει την δυνατότητα να θέσει σε λειτουργία κάτι ανάλογο, με σαφώς προκαθορισμένο το πλαίσιο μέσω κανονισμού τον οποίο θα ψηφίσει το Δημοτικό Συμβούλιο, έστω και ατύπως σε πρώτη φάση, έστω και ως πρότυπο υπόδειγμα. Κατ’ αυτόν τον τρόπο, ενισχύεται ο κοινωνικός έλεγχος και τα ευνόητα πλεονεκτήματα από την συμμετοχή στα κοινά μεγαλύτερου αριθμού πολιτών.
          xi. Αξιοποίηση των Ευρωπαϊκών πόρων και εν γένει δυνατοτήτων για την βελτίωση παροχής διοικητικών υπηρεσιών και τεχνογνωσία διαχείρισης. Επίσης, κατάρτιση και ανάπτυξη Προγραμμάτων ανταλλαγής νέων και άλλων ομάδων –π.χ., επιχειρηματιών-, προκειμένου να εμπλουτισθεί η εμπειρία και η γνώση με την διεθνή πρακτική.
      xii.  Είναι απολύτως θεμιτή και υλοποιήσιμη η δημιουργία σταθμού πρωτοβάθμιας φροντίδας υγείας -σε συνεργασία με το Γ.Π.Ν  Νικαίας-, προκειμένου να αποσυμφορηθεί η κίνηση του τριτοβάθμιου αυτού νοσηλευτικού ιδρύματος και ταυτοχρόνως να εξυπηρετούνται οι δημότες καλύτερα και ταχύτερα.
  xiii.  Αναβάθμιση και οργάνωση των θεατρικών ομάδων και παράλληλα, προσέλκυση των καλλιτεχνών που κατάγονται από τον Κορυδαλλό, με στόχο την δημιουργία κυττάρων παραγωγής πολιτιστικής παιδείας και πειραματικού εργαστηρίου θεάτρου και σε επόμενη φάση την λειτουργία πιστοποιημένης Σχολής Θεατρικών Σπουδών, με παράλληλη ανασύνταξη της Μουσικής Σχολής στην βάση των προτέρων λειτουργιών και πλαισίου. Η πολιτιστική παιδεία είναι μια παροχή που αποφέρει μεσο-μακροπρόθεσμα οφέλη, ενώ παράλληλα δημιουργεί όρους ανάπτυξης (π.χ., το 20% και πλέον του ΑΕΠ του Ηνωμένου Βασιλείου προέρχεται από την μουσική βιομηχανία).
    xiv.  Ένα ακόμη, θέμα που πρέπει να συζητηθεί είναι και η σκέψη για την δημιουργία χώρων και υποδομών στο Σχιστό, κοντά στην θέση που υπάρχει το παλαιό στρατόπεδο του Πυροβολικού («πυροβολεία»). Θα μπορούσε να δημιουργηθεί χώρος αναψυχής, συναυλιών και γενικά εκδηλώσεων σε μια ομολογουμένως, μεγάλης ομορφιάς περιοχή της πόλης.

        Φυσικά, δεν είναι εκτός πραγματικότητας η σκέψη περί εμπλοκής της Αυτοδιοίκησης με τα ζητήματα Παιδείας και δημιουργίας δομών εκπαίδευσης τρίτου βαθμού.
        Αναμφισβήτητα, η αυτοδιοίκηση, είναι ένα πεδίο πολιτικής δραστηριότητας που καλύπτει όσα είναι δυνατόν να οραματισθούν και να υλοποιήσουν οι λειτουργοί της.

·         Επίμετρο
        Η παρούσα γραφή και η δημοσίευσή της, δεν διεκδικεί ούτε την πρωτοτυπία, ούτε την κατοχή της «μόνης αληθείας», ούτε το μονοπώλιο της ορθότητας απόψεων. Στοχεύει αφ’ ενός να εκφράσει, εφ’ όλης της πορείας των κοινών στον Κορυδαλλό, την προσωπική θέση του υπογράφοντος υπό την αντίληψη ότι η πολιτική τοποθέτηση οφείλει –ιδιαιτέρως στις μέρες μας-, να είναι διαυγής ως προς τα κίνητρα και την πρόθεσή της, καθαρή, σαφής και διαφανής ως προς τους σκοπούς και την θέση που εκφράζεται και κυρίως, δημόσια. Αφ’ ετέρου, εκ των πρωταρχικών σκοπών της δημιουργίας του κειμένου τούτου, είναι η πρόκληση συζήτησης και προβληματισμού σχετικά με τα ζητήματα που θίγει, ώστε να προκύψει μια θετική, δημιουργικά γόνιμη και προοδευτική επιλογή για την επόμενη διοίκηση στον Δήμο μας.

Κορυδαλλός, Αύγουστος 2013
λυκούργος Χατζάκος


[1]1990-1994, με εκρηκτική παραγωγή έργου στο πεδίο του πολιτισμού: cine-Παράδεισος, Μουσική Σχολή κ.λπ.
* Προ του 2006, η εκλογή δημάρχου απαιτούσε ποσοστό άνω του 50% των ψήφων.
* προ της αποχωρήσεως του ΚΚΕ από το σχήμα.
* υπήρχαν περιπτώσεις, όπου δεν συζητούνταν ούτε τα μισά από τα θέματα της ημερήσιας διάταξης, λόγω της κωλυσιεργίας από ατέρμονες και αδικαιολόγητες τοποθετήσεις. . . 
* Προς διεκρίνιση και άρση κάθε παρεξηγήσεως, την εποχή εκείνη, έμμισθες θέσεις ήταν μόνον εκείνες των Αντιδημάρχων. Όλες οι άλλες (νομικά πρόσωπα κ.λπ.) ήταν άμισθες.
* Ο οποίος στην συνέχεια έγινε ο μεγαλύτερος πολέμιός του
** Κάτι που έκανε ο Σ. Χρήστου, ελάχιστες ημέρες προ της τελικής επισήμου ανακοινώσεως.
* Οι εκλογές για την ανάδειξη των Δημοτικών Αρχών, προ Καλλικράτη, διενεργούντο Οκτώβριο και ανελάμβαναν καθήκοντα διοίκησης τον επόμενο Ιανουάριο.
* Η αναφορά στον βαρόνο Ζωρζ Εζέν Ωσμάν, πολιτικό μηχανικό και πολεοδόμο, ο οποίος ορίσθηκε υπεύθυνος για το Παρίσι και την αναμόρφωση της πόλης, από τον Ναπολέοντα Γ΄ (Λουδοβίκο Βοναπάρτη).
* Βλ. άρθρο του David Harvey, “the Political economy of the public space”, διαθέσιμο στο http://davidharvey.org/media/public.pdf
* Βλέπε σχετικό κείμενο για το Διοικητικό σύστημα στο: http://www.metarithmisi.gr/el/readAuthors.asp?authorID=19&page=1&textID=12492
* 1,2  Ενδεικτικά προτεινόμενες εκδοχές. Επίσης κενά στο θεσμικό πλαίσιο μπορεί να καλυφθούν.
*επ’ αυτού βλ. παλαιότερα δημοσιευμένα κείμενα, σχετικά με την πολιτική για την μετανάστευση: http://www.metarithmisi.gr/el/readAuthors.asp?authorID=19&page=2&textID=7595 http://www.metarithmisi.gr/el/readAuthors.asp?authorID=19&page=2&textID=6800  ή στο http://lyckourgos.blogspot.gr/2012_04_01_archive.html http://lyckourgos.blogspot.gr/2012_03_01_archive.html