Τρίτη 1 Αυγούστου 2023

Η ΕΛΛΗΝΟΓΑΛΛΙΚΗ ΣΥΝΕΡΓΑΣΙΑ ΟΔΗΓΟΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΙΣΧΥΟΣ ΚΑΙ ΜΕΙΖΟΝΟΣ ΣΗΜΑΣΙΑΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΣΤΑΘΕΡΟΤΗΤΑ ΤΗΣ ΝΟΤΙΟΑΝΑΤΟΛΙΚΗΣ ΜΕΣΟΓΕΙΟΥ

Newsberg, Νοέμβριος 2021 

Η πρόσφατη Ελληνογαλλική Συμφωνία για Στρατηγικής Εταιρική σχέση για την Συνεργασία στην Άμυνα και την Ασφάλεια δύναται, υπό όρους, να λειτουργήσει και ως υπόδειγμα σχεδιασμού και εφαρμογής κοινής Ευρωπαϊκής Αμυντικής Συνεργασίας και οδηγός για την δημιουργία Ευρωπαϊκού στρατιωτικού βραχίονος ασφαλείας και αμύνης, πέραν των ΒορειοΑτλαντικών μηχανισμών.

Άλλωστε, το γεγονός της  συνάψεως στρατηγικής συνεργασίας μεταξύ χωρών-μελών του ΝΑΤΟ και της ΕΕ, δεν είναι καινοφανές. Πρό 23 ετών, περίπου, στις 3&4 Δεκεμβρίου 1998, στο Σεν Μαλό της Βρετάνης, υπεγράφη διμερής αμυντική στρατιωτική συμφωνία μεταξύ της Γαλλίας και του Ηνωμένου Βασιλείου, με την οποία προβλεπόταν η ενισχυμένη συνεργασία στον τομέα αμύνης και ασφαλείας μεταξύ των δύο χωρών.

Η απότοκος Διακήρυξη με την οποία έκλεισε η διάσκεψη κορυφής μεταξύ των δύο χωρών με τον Βρετανό Πρωθυπουργό Μπλέρ και τον Γάλλο Πρόεδρο Σιράκ, έθετε βάσεις για την προοπτική συγκροτήσεως Ευρωπαϊκού Στρατιωτικού σώματος, βασική προϋπόθεση για την προοπτική συγκροτήσεως Ευρωπαϊκής Αμυντικής ταυτότητας, εις τρόπον ώστε να μπορεί η Ενωμένη Ευρώπη να ανταποκριθεί στις προκλήσεις των καιρών και να δύναται να διαδραματίσει ουσιαστικό ρόλο στην κατεύθυνση επιλύσεως κρίσεων στην περιφέρειά της, τουλάχιστον. Ήδη, είχε αντιμετωπισθεί η Γιουγκοσλαβική κρίση με την Ευρώπη να μετέχει ως παρατηρητής ή ως «ακόλουθος» των ΗΠΑ, δίχως να έχει κανέναν ρόλο και συμμετοχή στον σχεδιασμό των εξελίξεων στην περιοχή, παρά το γεγονός ότι η κρίση του Κοσσυφοπεδίου βρισκόταν στην κορύφωσή της.

Έκτοτε, έλαβαν χώρα σημαντικά γεγονότα τα οποία οδήγησαν σε ντόμινο εξελίξεων και πληθώρας αλλαγών στο διεθνές status. Οι ΗΠΑ δέχθηκαν το πλήγμα της 11ης Σεπτεμβρίου το 2001, το οποίο είχε ως συνακόλουθο την επέμβαση στο Αφγανιστάν. Η διεθνής τρομοκρατία έγινε στην Δύση το πρώτο θέμα συζητήσεων σε κάθε επίπεδο. Η ατυχής επιχείρηση των ΗΠΑ στο Ιράκ, αυτή τη φορά δίχως την συναίνεση των Ευρωπαίων ΝΑΤΟικών συμμάχων τους πλην του Η.Β., της Πολωνίας και ορισμένων τρίτων χωρών,  αντί να πετύχει τον περιορισμό –αν όχι εξάλειψη- κινδύνων από την δράση των φανατικών τρομοκρατών, ουσιαστικά διέσπειρε τους τρομοκρατικούς πυρήνες και –πολύ ή λίγο- συνετέλεσε στην συγκρότηση του ISIS, ενώ, δυσμενής εξέλιξη ήταν η αναθεώρηση του συμφώνου σταθερότητας (Ρώμη 10ος 2004) και φυσικά η απόρριψη από Γάλλους (54,9% κατά, τον Μάϊο 2005) και Ολλανδούς (61,5%, τον Ιούνιο 2005) του Ευρωπαϊκού Συντάγματος. Η ολιγωρία των Ευρωπαίων και η συνακόλουθη αποτυχία του εγχειρήματος για την πολιτική ενοποίηση της ΕΕ, οδήγησε μεταξύ, άλλων και στο Brexit μεσούσης και της δημοσιονομικής κρίσεως, η οποία έπληξε τις Ευρωπαϊκές ακτές, σαν τσουνάμι στην δημιουργία του οποίου συνετέλεσε και η κρίση στην απέναντι ακτή του Ατλαντικού.

Η Ελληνογαλλική Συμφωνία έρχεται να ξαναπιάσει το νήμα από εκεί που είχε αφεθεί. Είναι σκόπιμο η Ελληνική πλευρά να επιδοθεί σε συστηματική διπλωματική προσπάθεια, προκειμένου, να τεθεί σε κίνηση η μηχανή και να αντιληφθεί η Ευρώπη ότι, η Ευρωπαϊκή Ένωση -αν βεβαίως, φιλοδοξεί να αναχθεί σε ανεξάρτητο, στρατηγικό παράγοντα του Διεθνούς Συστήματος-, οφείλει να έχει τις δυνατότητες αυτόνομης δράσης, με την συγκρότηση αξιόπιστων στρατιωτικών δυνάμεων σαφώς διακριτών από εκείνες του ΝΑΤΟ (επ’ αυτού, άλλωστε, ακόμη αντηχούν οι δηλώσεις του Προέδρου Macron) και την ικανότητα να λαμβάνει αποφάσεις σχετικά με τη χρήση των δυνάμεων αυτών καθώς και την προθυμία να τις χρησιμοποιήσει στο πλαίσιο διεθνών κρίσεων.

Πρέπει να υπενθυμίσουμε ότι οι κ.κ. Σαρκοζί και Κάμερον, τον Νοέμβριο του 2003, προχώρησαν σε διμερή συμφωνία για τακτικούς ελέγχους των πυρηνικών τους οπλοστασίων, ενώ, υπήρχε πρόβλεψη και για χρηση κοινού αεροπλανοφόρου και δημιουργίας ΓαλλοΒρετανικού εκστρατευτικού σώματος.

Με αυτό, οι δύο χώρες ούτε λίγο ούτε πολύ, αναβίωναν το πνεύμα του Σεν Μαλό.

Οι εξελίξεις γνωστές. Η προσπάθεια –τουλάχιστον προς στιγμή- έμεινε στην μέση καθώς μεσολάβησε το Brexit και οι λοιπές εξελίξεις. Σήμερα, ο Πρόεδρος Macron εμφανίζεται υπέρμαχος της Ευρωπαϊκής αυτονομίας έναντι ενός «σφιχτού» ΝΑΤΟικού μηχανισμού.

Είναι λοιπόν λογική συνέχεια και υπηρετεί αυτό το πνεύμα η ΕλληνοΓαλλική Συμφωνία, δεδομένου ότι η Γαλλική Εξωτερική πολιτική (σ.σ. ας θυμηθούμε την Υπουργία Κουσνέρ), έχει πάντοτε στραμμένη την προσοχή της στην Μεσόγειο και ειδικώτερα στην Νοτιοανατολική Λεκάνη της Μεσογείου.

Και βέβαια, αν η Συμφωνία αυτή και η στάση της Γαλλίας είναι απολύτως ερμηνεύσιμη και κατανοητή ως εξέλιξη υπό το πνεύμα των προηγουμένων ΓαλλοΒρετανικών αντιστοίχων, δεν παύει να προβάλλει έντονο το ερώτημα: η σύναψη διμερών Συμφωνιών και Συνθηκών είναι η οδός που πρέπει να ακολουθεί η ΕΕ προκειμένου να αναδειχθεί σε στρατηγικό παίκτη και ισχυρό παράγοντα του Διεθνούς Συστήματος;

Με τις ΗΠΑ να μεταφέρουν το επίκεντρο των γεωστρατηγικών ενδιαφερόντων τους στον Ειρηνικό και να μειώνουν την ενεργό παρουσία και εμπλοκή τους στην Νοτιοανατολική Μεσόγειο και την Μέση Ανατολή, η Δύση έχει ευθύνη να μην εγκαταλείψει την ευαίσθητη αυτή περιοχή, κομβικής σημασίας και ενδιαφέροντος τόσο για τα γενικώτερα Δυτικά συμφέροντα όσο και για αυτή καθ’ αυτή την Ευρωπαϊκή υπόσταση.

Η Γερμανία μετά την αποχώρηση από την Καγκελαρία της κ. Μέρκελ, έχει εισέλθει σε περιδίνηση εσωστρέφειας. Συνεπώς, η Γαλλική πλευρά «νομίμως» και αυτονοήτως εμφανίζονται ως ο ισχυρός και μόνος παράγοντας που έχει δυνατότητα να διαχειρισθεί τα θέματα στην Νοτιοανατολική Μεσόγειο και την Τουρκία. Είναι ευχής έργο το γεγονός ότι στην παρούσα φάση Γαλλία και Ελλάδα συγκλίνουν στρατηγικά και καταβάλλουν κοινή προσπάθεια για την σταθερότητα στην ευαίσθητη, αλλά και μείζονος σημασίας περιοχή.

Επιπροσθέτως, άκρως θετική εξέλιξη για τα καθ’ ημάς ήταν και η κατάληξη των ΕλληνοΑμερικανικών διαβουλεύσεων για την αμυντική συνεργασία Ελλάδας-ΗΠΑ, με την οποία ενισχύεται έτι περεταίρω η προβολή ισχύος της Ελληνικής πλευράς, τόσο στην Περιφερειακή όσο και ευρύτερα στην Διεθνή σκηνή.

Αυτό, άλλωστε –η σημαντική ενίσχυση, δηλαδή, της Ελληνικής πλευράς-, αποδεικνύεται από τις άναρθρες κραυγές αξιωματούχων της Αγκύρας και φυσικά, αποτυπώνεται εύγλωττα από τις δηλώσεις και τους κλαυθμούς του Προέδρου Erdogan στις δηλώσεις του, κατά την συνάντηση των G20, στην Ρώμη.

Βεβαίως, όσο και αν απολαμβάνει κανείς στον Ελλαδικό χώρο την εικόνα του «δαρμένου» Τούρκου επίδοξου Σουλτάνου, δεν πρέπει να υποτιμάται το γεγονός ότι ένα πλεονέκτημα της Τουρκικής Εξωτερικής πολιτικής είναι η συνέχειά της και ότι ο κ. Ερντογάν έχει δώσει σαφή δείγματα της ικανότητάς του να διαχειρίζεται τις ήττες του με επαρκή τρόπο. Επομένως, η Ελληνική Διπλωματική προσπάθεια πρέπει να έχει συνέχεια και να βρίσκεται σε εγρήγορση προκειμένου οι πρόσφατες θετικές εξελίξεις να καρποφορήσουν υπέρ των Ελληνικών συμφερόντων.

Δεν υπάρχουν σχόλια: